Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2018

Κώστας Τσιαχρής "Επίλογος"





Όλα   πέρασαν μ 'έναν τρόπο που παρίστανε   την εξιλέωση 

κι έχω απομείνει ένας άνθρωπος που ζητά χαρτί να γράψει κάτι   απ'τις  αλήθειες του 
κι οι αλήθειες του   ζητούν  να  σβήσουν   κάτι  από  εκείνον 
Πέρασαν μ' έναν  αγώνα  δρόμου μεταξύ  θηράματος   και κυνηγού 
και πλέον δε  φαίνεται ποιος  θα σκοντάψει πρώτος   
ποιος θα  σηκώσει  από  το χώμα  τον πεσμένο  του  εαυτό 
για  να  του  δώσει  ακόμη μια  φορά   την αντοχή  να  ηττηθεί   
Ευτυχώς  όμως νίκησες αγαπημένη   μοναξιά 
την ώρα  που  έλεγα  πως  έφτασαν κομμάτια  μου  σε λάθος  χέρια   
στην  πιο  ανθρώπινη  εκδοχή  του    θεϊκού 
τερμάτισες  χωρίς  να περιμένεις  δάφνες απ' αυτή  την ηλικία  
που όλοι φτυαρίζουν  αθόρυβα  το  χιόνι  τους  στις  αυλές των άλλων 



   

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2018

ΟΙ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΕΣ ΜΑΤΙΕΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΥΝ ΤΑ ΕΙΚΟΣΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ALBUMS TOY 2018








         Χριστούγεννα του 2018.Μία  χρονιά προς το τέλος της. Παρέα πάντοτε με τη μουσική, με τους ήχους που συνόδευσαν διαφορετικές στιγμές και διαθέσεις. Τίποτε το εντυπωσιακά διαφορετικό για εκείνους που περίμεναν το αδοκίμαστο και που  η ζωή τους κύλησε μέσα στις μελωδίες. Ωστόσο, οι καλές  προτάσεις υπήρξαν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Μέχρι που να γίνει το επόμενο μεγάλο βήμα προς τα εμπρός. Όποτε γίνει. Ως τότε θα πορευόμαστε με αυτά,  που μπορεί να μη θυμίζουν τις  μεγάλες στιγμές του παρελθόντος, είναι ωστόσο η μουσική του σήμερα, η μουσική μιας γενιάς που πρέπει να δώσει, έστω και αναγκαστικά, ψυχή   στην τεχνολογία Πολυσυλλεκτική η μουσική μας πρόταση με τα καλύτερα άλμπουμς ,όπως πάντα. Ένας πολύχρωμος κόσμος που συγχωνεύει  όλα τα μουσικά είδη και  αναδεικνύει  τη διαφορετικότητα ως υπέρτατη μορφή   καλλιτεχνικής έκφρασης.






1.       THE  1975       A BRIEF  INQUIRY  INTO ONLINE RELATIONSHIPS  
                 


                                            
                  
2.       CHRISTINE  AND THE QUEENS     CHRIS


3.       ARCTIC MONKEYS   TRANQUILITY  BASE  HOTEL &CASINO


4.       JANELLE MONAE    DIRTY  COMPUTER 


5.       BEACH  HOUSE     7



6.       KACEY  MUSGRAVES         THE GOLDEN HOUR 


7.       MITSKI       BE THE  COWBOY  


8.       IDLES   JOY AS AN ACT OF RESISTANCE 

9.      LOW   DOUBLE  NEGATIVE 



10.   CARDI  B    INVASION OF PRIVACY 


11.   PUSHA  T    DAYTONA


12.   FATHER  JOHN MISTY   GOD’S FAVOURITE  CUSTOMER


13.   ROBYN    HONEY


14.   NILS  FRAHM   ALL  MELODY


15.   ROLLING BLACKOUTS COASTAL  FEVER      HOPE DOWNS


16.   PARQUET  COURTS     WIDE   AWAKE!



17.   KAMASI  WASHINGTON    HEAVEN & EARTH 


18.   NONAME    ROOM 25


19.   GHOST       PREQUELLE 




20.   MGMT         LITTLE  DARK AGE   


Καλά  Χριστούγεννα 
με ένα   αριστούργημα 
όπως το  River  της  Joni  Mitchell


Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2018

Κώστας Τσιαχρής "Δεδικαίωται"


Δικαιώθηκαν  όσοι έμειναν με την ερώτηση "τι απομένει από τον έρωτα" στεγνή πάνω στο  σάλιο
Δικαιώθηκαν οι κόποι  της μέρας το βραδινό σκοτείνιασμα κάτω απ'τα μάτια
το  μάρμαρο που  μετάνιωσε για τις τόσες φορές που  έμεινε υπάκουο  στα χέρια   του γλύπτη
Δικαιώθηκαν  όσοι κοίταξαν  από ψηλά τον εαυτό τους και  τίποτε  σα ναυτία δεν τάραξε  την πλήξη τους
Όσοι μέτρησαν τριάντα  προδοσίες και στο τέλος απ' το  λαιμό  τους κρεμάστηκε σα θρίαμβος το  αργύριο
Δικαιώθηκαν όσοι  παραβίασαν το κόκκινο και  πέρασαν στην αιωνιότητα μαζεύοντας κλήσεις που έκοψε το ίδιο τους το  σώμα

Ό,τι  ζήλεψε  τον ουρανό και  φόρεσε καταμεσήμερο αστέρια για να μοιάζει πιο πολύ ουρανός Δικαιώθηκε
Το  έξω φως  που για να βγει απ'το μέσα πέρασε μια μαθητεία στον ίσκιο Δικαιώθηκε

Δικαιώθηκαν  αν κάποιοι δάγκωσαν τον μύθο και γεύτηκαν την αλήθεια  
Αν όπως οι μωρές παρθένες βαρέθηκαν να κρατούν αναμμένο το λυχνάρι τους κάτω απ'τη φούστα  και σκόρπισαν  χαχανίζοντας  στα γειτονικά μπαρ
Δικαιώθηκαν  αν έκλεισαν το παράθυρο για να  τρυπώσει πιο βαθιά στους πνεύμονες  ο  καπνός από τον φλεγόμενο  πειρασμό  τους
Αν πρόδωσαν το  έτερον ήμισυ για να βρουν έστω μισό  έτερον μια μικρή κατάφαση δίπλα στις άπειρες αρνήσεις
το γέλιο που σταμάτησε μεταξύ  ονείρου  και Βασιλίσσης Καρδίας

Όσοι γέρασαν    από έρωτα και  ξανάνιωσαν  από μοναξιά Δικαιώθηκαν
Όσοι  απέρριψαν εν καιρώ  χαλασμών μια  πρόφαση για ξημέρωμα Δικαιώθηκαν

Μονάχα  μια  δικαίωση  εκκρεμεί ...του Πόντιου Πιλάτου


Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2018

Κώστας Τσιαχρής "Κρυπτεία"


Τόση  και τόση ζωή ξοδεύτηκε ανάμεσα σε θάμνους
και  σε  φυλλώματα  περιμένοντας τον εχθρό
και τόσο τα λόγια μου ήσαν πάντοτε ένας κόπος
μια  στιγμή αποκάλυψης  των όπλων
που  θα  προτιμούσα  πλήρως να  εκτεθώ
χωρίς προσχήματα και λύσεις  της  ανάγκης
Ορατός από όλες τις γωνίες
με τα κόκκαλα στη  φόρα και τις  αμαρτίες   ωμές


Ίσως  με τέτοια μέσα να κολακευτεί  ο εχθρός
όταν   θα  τρίβομαι  σα γάτος πάνω στα σπαθιά του
κι ίσως  απ'την  πλήρη  αμηχανία
θα θελήσει εκείνος τώρα  να  κρυφτεί 
σε  κάποια  απ'τις  πολλές  χαράδρες του μυαλού 




Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2018

Κώστας Τσιαχρής "Αυτοκαταστροφή"


Πώς  παίρνει και με χαρακώνει
μια απόκοσμη ευχαρίστηση
σχεδόν σα να γυρίζω
το σπαθί στα σωθικά μου
όταν στο αποκορύφωμα του τρόμου
πιάνω το ψαλίδι
κομματιάζω δίχως   σκέψη
τους ανθρώπους  που αγαπάω
τους χωρίζω σε μερίδες
τόσο για την εγκατάλειψη
τόσο για την παιδωμή
για την ανάταση την πυρκαγιά
την πάλη με τις πτώσεις
τους μοιράζω σε  φωλίτσες
κι ας χύνουν από πάνω
τα βεγγαλικά τους τύψεις 


Όσοι  αγαπώ είναι χαλάσματα
της  θέλησής μου ν'αγαπήσω
ή ν'αγαπηθώ   





Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2018

Κώστας Τσιαχρής "Ο διανομέας"



Έτσι που ανέβαινε
λαχανιασμένος ως την τελευταία του λέξη
σέρνονταν στις σκάλες  τα φτερά
έμπηγε τις φωνές η καθαρίστρια
Ανάθεμα την ώρα που γεννιόσουν άγγελος
απ'την αρχή σου κι απ'το τέλος φαντασμένος
Χτύπαγε με νεύρο τα κουδούνια
έσφιγγε στο στόμα τον αέρα
σα λαγωνικό πονούσε τις φωνές
Ώσπου τον έπιασε απ'το φωτοστέφανο
ένας άντρακλας αγουροξυπνημένος
τι χτυπάς ρε φίλε απ'τις οκτώ;
Ακόμα βράζει ο ύπνος  στα σεντόνια μας
Το ψωμί μου βγάζω κύριε διαμαρτύρονταν
κι έκανε για  σινιάλο επιβεβαίωσης 
τα έντυπα  που κράταγε  στο χέρι
το  ψωμί μου που πώς να συντηρείς φτερά
πώς  να μοιράζεις την αθανασία πώς
σε  τέτοιους άθλιους ουρανούς; 


Παρασκευή 24 Αυγούστου 2018

Κώστας Τσιαχρής "Οιωνοσκοπία"





Ο νοσοκόμος μου φωνάζει 
ένα πουλί πετάει στα χέρια σου 
που είναι ;  δεν   το  βλέπεις;  Να το 
διακλαδίζεται στους τοίχους τώρα
πάνω απ'το κρεβάτι μπήγει τα 
φτερά  του  μέσα  στην ποδιά  μου Εσύ  ο  ασθενής Εγώ ματώνω Κι όμως το πουλί είναι εκεί Αν βγουν οι γάζες αν το ιώδιο ξεθυμάνει αν οι στάλες στον ορό σιγήσουν ίσως να ακουστεί ο κελαηδισμός αλλά μην τρέφεις μάταια ουρανό Αίνιγμα Κωνσταντάκη μου τελείως αίνιγμα αν τραγουδάει για θάνατο ή για γιατρειά 



Τετάρτη 22 Αυγούστου 2018

Κώστας  Τσιαχρής  "Χειροτεχνία"



Απρόσμενα
σε μια στιγμή απόδοσης τιμών στον εαυτό μου
το αποφάσισα 
Θα  έκοβα  το χέρι μου και  θα το  τύλιγα  σε μια σακούλα 
Θα το  έθαβα   βαθιά στο δάσος
Ύστερα θα’κανα  πως με εγκατέλειψε  η γραφή
πως δεν υπήρχαν σχήματα να κλείσω μέσα τους  
σιωπές   ή μουσικές
Θα  αρνιόμουνα  με πείσμα  την αφή
Ποτέ  δε χάιδεψα δεν πίεσα δε χτύπησα Ποτέ
Θα’μουν   ολάκερος μια αγκαλιά   χωρίς  αφή
Ένα   δάχτυλο  που με  κουνάει  
προς  συμμόρφωση  ο μέσα κόσμος

Κι αν  παραδόξως  τύχαινε 
κι ακούγονταν στην πόρτα ένας χτύπος 
(χέρια  είναι  αυτά…ποτέ δεν ξέρεις…)
Θα  υποκρινόμουν  τον κουφό  ή τον  ανάπηρο  πολέμου
περιφέροντας με θλίψη κάτω  από  τον ώμο μια μουτζούρα
σε ένα σώμα  κατά τα άλλα  καλλιγραφικό







Σάββατο 18 Αυγούστου 2018

Χρήστος Μαρτίνης "Το ξένο φως"



                                 





  Χρήστος   Μαρτίνης  
                     Το ξένο  φως»   Εκδόσεις   Υποκείμενο
   Ανάμεσα  στις  αρχετυπικές   διαθέσεις όσον αφορά στη   σύλληψη  και έκφραση  του  ποιητικού βιώματος κατά  τη μεταπολεμική  περίοδο  της νεοελληνικής  λογοτεχνίας, δεσπόζουσα θέση καταλαμβάνει εκείνη  του πάσχοντος  ποιητικού υποκειμένου. Αφετηρία και κατάληξη  της  συγγραφικής πράξης γίνεται συχνά ο μικρόκοσμος , το εσωτερικό μαρτύριο, η παραίτηση και η παράδοση στις ακυβέρνητες πολιτείες  των ενστίκτων, η καύση βαθιά εγχαραγμένων  εικόνων, για να παραχθεί ο αρμονικά ασύμμετρος και παρεκκλίνων λόγος. Αυτό σε κάποιες  περιπτώσεις καταλήγει  σε ένα είδος αυτοπαγίδευσης. Ο ποιητής κοιτάζοντας  προς  τα έσω χάνει τον προσανατολισμό του, μπλέκεται στα δίχτυα που ο ίδιος στρώνει, για να μπορέσει να θηρεύσει την εκλεκτή  συγκίνηση , κι ενώ γυρεύει πέρδικες και  φασιανούς, απομένει  τελικά   στο χέρι με τις  σκιές   από   μερικά μόνο φτερά. Σαν  αδέξιος κυνηγός. Σε  άλλες  περιπτώσεις καταφέρνει να μετριάσει την εγωκεντρική  τοποθέτηση  της γραφής του, καθώς αφήνει το περιθώριο στον αναγνώστη να αισθανθεί ότι το βίωμα τον αφορά κι ότι  απ’ τις   λέξεις  του   ανασύρεται   μια  διάθεση με  καθολικό   χαρακτήρα. Κι εκεί ακριβώς σπάζει ο κύκλος  της  αδιέξοδης   ερμητικότητας   κι απελευθερώνεται  ενέργεια προς όλα τα μήκη και τα πλάτη του  ποιητικού σύμπαντος, πράγμα  που ασφαλώς είναι  και  το  ζητούμενο στη  συγγραφική πράξη. Μόνο  σε τέτοιες  στιγμές  εκρήξεων και ταλαντώσεων γεννιέται   ανθεκτικός  στη φθορά  των αναγνώσεων λόγος.
      Η  εσωτερικότητα, η πάσχουσα συνείδηση που ανακουφίζεται μέσω της εξωτερίκευσης των παθών στο  μελάνι, η εστίαση της ιδέας  στην προσωπική οδύνη, η πρωτοπρόσωπη απόδοση  της  ευαισθησίας, ο  βιωματικός  χρωματισμός του  λόγου, η συρραφή στιγμιοτύπων  από  το   βαθύτερο «είναι» , η συνύπαρξη υπερβατικών και ρεαλιστικών  στοιχείων είναι παρόντα  και  στο  παρθενικό έργο  του Χρήστου Μαρτίνη  «Το ξένο φως». Από  τις πρώτες  λέξεις δίνεται το σύνθημα :  ακολουθεί  πνιγμός και όσοι έχουν το σθένος να επιπλεύσουν ευπρόσδεκτοι ( καλό μου ναυάγιο πάλι  βαπτίσου στο χάλκινο φως) . Έπειτα  σε  άλλα  δεκαοκτώ   αριθμημένα, πλην άτιτλα, ποιήματα  και σε άλλα δύο τιτλοφορημένα, ξεδιπλώνεται το γεωλογικό ανάγλυφο μιας  ευάλωτης  ψυχοσύνθεσης που με έντεχνες  δονήσεις προσπαθεί να κάνει το δικό της υπέδαφος μήτρα  καθολικών  εμπειριών. Μέσα  σε αυτό το υπέδαφος ο προσωπικός πόνος  στερεοποιείται, γίνεται ορυκτό που εξορύσσεται  όχι μόνο με την  καρδιά αλλά και με το μυαλό, και κόβεται στο τέλος σε  μικρά πετράδια με το σχήμα ποιημάτων.
    Στο  ίδιο υπέδαφος ανιχνεύονται  καταβολές  από  προγενέστερα  εκφραστικά  σχήματα και τάσεις  του νεοελληνικού , και όχι μόνο, ποιητικού  λόγου : οι παραλογές (στο  τελευταίο ποίημα της  συλλογής με τίτλο «Του καταραμένου») , τα τραγούδια των κοντραμπατζήδων (όσο κι αν το προσπάθησα ρούκουνα να σου μοιάσω/ φλώρος εγώ μάγκας εσύ κι έτσι πηγαίνω πάσο) , η στιχουργία των ιθαγενών της Αμερικής (κάθομαι δίπλα στον σωριασμένο ήλιο/ και προσπαθώ να θυμηθώ/ ένα  τραγούδι /κανένα  τραγούδι δεν είναι  δικό μου/ είμαι άρρωστος ) , η αρχαία  ελληνική επιγραμματοποιία (αν σας ρωτήσουν/ να πείτε κάτι τραγικό /πως τράκαρε καβάλα σε μια  μηχανή/ στην άγρια κόντρα με το χρόνο/ ή πως τον έσφαξαν σ’ ένα κωλόμπαρο της  εθνικής οδού/κάποια θλιμμένη πέμπτη/ να  βρείτε κάτι πειστικό/ μην πείτε απλώς πως πέθανα/ μην πείτε  την αλήθεια    : Ας προσεχτεί   εδώ  ότι οι στίχοι μοιάζουν με μία επιτύμβια παράκληση την οποία απευθύνει ο νεκρός προς  τους διαβάτες που  επισκέπτονται τον τάφο του)  , η καρυωτακική ειρωνεία  (αιτήθηκα πρωτόκολλο κοινό για το κορμί μου οι  υπεύθυνοι αρνήθηκαν λόγω νομολογίας μου τόνισαν κύριε το σύστημα δεν το υποστηρίζει τις εγκυκλίους μου έδειξαν αποφάσεις χίλια εκατό του έβδομου κάθετος δύο χιλιάδες εικοσιπέντε  είκοσι του ενενήντα  πέντε )) , η θεατρική  υφή   της τραγικής  ποίησης (το  ποίημα «Ελένη» θα  συνιστούσε κάλλιστα έναν χειμαρρώδη   μονόλογο σε μια υποτιθέμενη τραγωδία)  απαντούν σε  μικρότερο ή μεγαλύτερο  βαθμό  στα σπλάχνα της ποίησης του Μαρτίνη.
     Ο ποιητής βεβαίως φέρνει στα μέτρα της δικής του ποιητικής  όλες αυτές  τις  καταβολές, αφήνοντάς  τες να λειτουργούν  δυναμικά και να  επιδρούν στο βαθμό που δε νοθεύεται η καλλιτεχνική  αυτονομία του. Άλλοτε πάλι τις εμβολιάζει με μοντέρνους τρόπους  έκφρασης, ώστε η τελική εντύπωση να  τις  εκτοπίζει  στο παρασκήνιο. Στο  τελευταίο ποίημα της συλλογής, για παράδειγμα, «Του καταραμένου» η θεματική και στιχουργική πλοκή που παραπέμπουν στο είδος των παραλογών, κρύβονται επιδέξια κάτω από το σχήμα μιας μοντέρνας ποιητικής αφήγησης και μόνο με μία αναπροσαρμογή του τρόπου ανάγνωσης  των στίχων  ακούγεται καθαρά  ο δεκαπεντασύλλαβος  ρυθμός.
    Χαρακτηριστικό, επίσης, είναι ότι η όποια αίσθηση συντριβής αποπνέουν οι στίχοι επενδύεται με κύριο υλικό τον ήλιο, η συχνή παρουσία του οποίου λειτουργεί ως αντίβαρο που δεν επιτρέπει  σε όλη αυτή τη σκοτεινή  διάθεση να γίνει ένας κουραστικός πεσιμισμός. Υπάρχει πάντα ένα χαλινάρι που συγκρατεί την υπερβολή και φέρνει το συναίσθημα αντιμέτωπο με το μυαλό. Στο κέντρο  δε της συλλογής  ενεργοποιείται σοφά το  μοτίβο της θεραπευτικής  επενέργειας της ποίησης με ένα ποίημα που  αποτίνει φόρο τιμής  στα «ιαματικά» τραγούδια (medicine  songs) των Ινδιάνων. Ο πάσχων ποιητής, κατά το πρότυπο του καβαφικού Ιάσονος Κλεάνδρου αλλά με μία διαφορετική υφολογική προσέγγιση, εναποθέτει την ελπίδα  της σωτηρίας  του στα χέρια της ποίησης, παρόλο που, όπως γράφει και ο  Καρούζος, τα ποιήματά του  καταλήγουν να είναι  «ενθύμια φρίκης» ,
   Έτσι, το ρημαγμένο σώμα και το ναυάγιο ταυτίζονται(τρίζει το σώμα σαν σάπια καρίνα), ο ήλιος γίνεται κάτι σα συσίφειο  βάρος (ένα βράχο-τον ήλιο- κουβαλώ στις πλάτες μου), η αγωνία να αποτυπωθεί στη γραφή  η εμπειρία προτού εκφυλιστεί υπονομεύεται από την τελική συνειδητοποίηση της αδυναμίας(να γράψουμε/πριν μας τελειώσει η εποχή....όμως/ πώς να κρατήσεις βράχο με τα χέρια σου/πώς να  δεθεί ο χείμαρρος με το σκοινί) και αλλού στήνεται ένα αινιγματικό  σκηνικό αναμονής που θυμίζει  φιλμ νουάρ (τις επόμενες μέρες θα λάβεις από μένα μια σακούλα/θα την αδειάσεις στο τραπέζι της κουζίνας/θα χυθούν οι σπασμένες ακτίνες του ήλιου). Πιο  κάτω, ο ποιητής διαμαρτύρεται για τον τυπολατρικό ξεπεσμό της ανθρώπινης ποιότητας(σφράγισαν τις ανάσες μου με στρογγυλή σφραγίδα και με αρχειοθέτησαν ως πράξη τελική), δημιουργεί μια καρικατούρα  φυλακής όπου τα δεσμά και ο δεσμοφύλακας απομυθοποιούνται (βγήκα  να αγοράσω συρματόπλεγμα/ μα δεν περίσσευε καθόλου/ για φυλακές δίναν  βελόνες και  κλωστές/ κι ένα παιδί κρατούσε τα κλειδιά) ,αντιμετωπίζει τους στίχους ως επικάλυψη  νοσηρών στιγμών (και αν τους στίχους αφαιρέσεις με νυστέρι /θα μείνει-επιτέλους- να βρωμίζει τον αέρα/ το κουφάρι από το άγιο καλοκαίρι) , αγωνιά για την τύχη μιας αναπάντητης  ικεσίας (ίσως δεν πρόσεξαν την κλήση την κραυγή/ ίσως να μη μετέφεραν σωστά  την ικεσία)  και  αναγραμματίζει  την κατάληξη του μύθου  της  Ελένης, βάζοντας στο στόμα ενός σύγχρονου Μενελάου έναν περιπαθή αναθεματισμό (ανάθεμα την ώρα σου που γύρισες/ φύγε ξανά και μάζεψε ό,τι μπορείς πριν το φευγιό σου) .
   «Ενθύμια φρίκης» λοιπόν  αυτά τα ποιήματα του Χρήστου Μαρτίνη. Πλην  όμως  τα τιθασεύει ο λόγος και τα αναβαπτίζει σε μαρτυρικές καταθέσεις ενός  υποσυνείδητου σε αναμονή για  αποκαλύψεις.
Κώστας  Τσιαχρής