Τρίτη 9 Ιουλίου 2013

Κι όμως πρέπει να λογαριάσουμε πώς προχωρούμε

   


   Η  οικονομική κρίση  που βιώνουμε  τα  τελευταία   πέντε  χρόνια   ,πέρα  από τις πολλαπλές  παθογένειες  της  ελληνικής  πολιτείας  και  κοινωνίας  που έφερε  στην επιφάνεια ,  ανέδειξε   με τον πλέον  κατηγορηματικό   τρόπο  και  το ζήτημα  της  ιστορικής  παιδείας  του  ελληνικού   λαού . Φανέρωσε  πως η  μνήμη μας  χάθηκε μέσα στην ομίχλη  που σήκωσαν η  ανέχεια  και  η συνακόλουθη  εξαθλίωση της  καθημερινότητάς  μας . Φανέρωσε  ακόμη  ότι  έννοιες  ή διαθέσεις που  ίσως θεωρούσαμε   δεδομένες ,όπως η καταδίκη  του αυταρχισμού ,  η  απέχθεια  προς τη  βία ή  η  υπεράσπιση   της  ανθρωπιάς  μας ,στέκονται   πλέον  πάνω σ'  ένα  τρεμάμενο  έδαφος  .
      Μέσα σ' όλο   αυτό το δυσάρεστο  σκηνικό ,  η   ιστορία , το  μάθημα που  πρέπει  να  αποτελεί  έναν  βασικό  σπόνδυλο   στη  ραχοκοκαλιά  του εκπαιδευτικού  μας  συστήματος  κι έναν δρόμο  που είναι    απαραίτητο   να τον βαδίζουν όλοι οι μελλοντικοί  πολίτες  και  επιστήμονες  ,  δέχεται  πολλαπλά  και  μεθοδικά   χτυπήματα  από  πολλές  πλευρές . Στριμώχνεται  στη  γωνιά   μιας  εκπαιδευτικής  πραγματικότητας  που  βαδίζει  ασθμαίνοντας ,για να προλάβει  τις  εξελίξεις  του  τεχνολογικού   πολιτισμού , με  έναν  ρυθμό  που  από τη φύση  δεν ταιριάζει  στο δικό  της  βηματισμό . 
      Γιατί   σε  κάθε  περίπτωση  η εκπαιδευτική  πραγματικότητα  οφείλει να σταματά  και  να παρατηρεί  τον άνθρωπο , να ερευνά  με μεγάλη προσοχή  τον τρόπο  με τον οποίο  ερμηνεύει  η συνείδησή  μας  ,το  βαθύτερο  «είμαι»  ,όλες  αυτές  τις  καταιγιστικές  ανατροπές . Και  τότε , μ' ένα  συναίσθημα  ουσιαστικής  ευθύνης , να   επιφέρει   τις  οποιεσδήποτε   αλλαγές  απαιτούν οι καιροί  και στην προσωπικότητα  του ατόμου .  Δυστυχώς όμως  συμβαίνει το ακριβώς  αντίθετο  .  Παρασυρμένοι  από  τη  «μεταρρυθμιστική»  μέθη τους ,οι  τιμονιέρηδες   του  εκπαιδευτικού μας  συστήματος  , σπεύδουν να ικανοποιήσουν   τις  ορέξεις  των  ανέμων της  αλλαγής  , χωρίς  να υπολογίζουν  την αντοχή  των πανιών .  Κι  έτσι  αντί  να  εκσυγχρονίσουν τον πρωτογονισμό  που  όταν  βρίσκει  αφορμές ,  αναρριχιέται  στο μυαλό  μας , εκσυγχρονίζουν  απλά  την εικόνα  με την οποία  όλες  αυτές  οι θαυμαστές  τεχνολογικές  εξελίξεις  θαμπώνουν  περισσότερο  την  αντίληψή   μας  και  την καθιστούν  ελεγχόμενη  .
   Φαίνεται  λοιπόν  πως  η  ιστορία   ως  μάθημα  που   διδάσκει  την  αυτοσυνειδησία   της  ανθρώπινης   οντότητας  ,ανατρέπει   κάθε  σχεδιασμό  αυτών  που  οραματίζονται   γενιές   ανθρώπων  παραδομένων   στη  γοητεία  μιας  συνεχούς   αναρρίχησης  σε  ένα  απροσδιόριστο ύψος . Σ' ένα  ύψος  που μπορεί ν' αποκόψει τον άνθρωπο  από  τον  εαυτό  του ,από  τον  έλεγχο  της συμπεριφοράς  του ,από την παραδοχή  της  αξίας  του μέτρου .  Γι' αυτό  τα  τελευταία χρόνια  ,ίσως από  πρόθεση  , αλλά   ίσως  κι   από  ανοησία  [αν θεωρήσουμε  υπερβολικές  τις  υποθέσεις  για  συστηματικό   σχεδιασμό ] κι από  μία  αρρωστημένη  εμμονή  στην προτεραιότητα  της  εξειδίκευσης  έναντι  της  καθολικής μόρφωσης  , το μάθημα  της ιστορίας  χάνει  τη δυναμική του  . Εξορίζεται   στην κατηγορία  των μαθημάτων  που απλώς  συμπληρώνουν   το  πρόγραμμα  και  δίνουν  το  άλλοθι  στην εκπαιδευτική ηγεσία  να  απαλλάσσεται  από  την κατηγορία    ότι  κλείνει  τα μάτια μπροστά    στην αξία  του  ανθρωπιστικού  ιδανικού.
    Ανάμεσα   στα  τεκμήρια   της  υποβάθμισης  του  μαθήματος  , ιδιαίτερη     θέση  έχει  το  γεγονός  ότι  ενώ  αυτό  θα έπρεπε  να  αντιμετωπίζεται  ,όπως και  η νεοελληνική γλώσσα ,  ως  μάθημα   αυξημένης  βαρύτητας  σε  όλες  τις κατευθύνσεις  ,αποτελεί  απλώς   μάθημα   επιλογής,  το  οποίο μάλιστα   επιλέγεται  από ελάχιστους  μαθητές  , ενώ  ως  μη  πανελλαδικά  εξεταζόμενο  μάθημα  σχεδόν  κακοποιείται  από  διδάσκοντες  και  μαθητές . Θα  μου πείτε  βέβαια  πως  είναι   κατάντια  να  εξαρτά κανείς    το  κύρος  ενός  μαθήματος  από το αν  συμπεριλαμβάνεται   στην  κατηγορία  εκείνων που  εξετάζονται   στις  πανελλήνιες  εξετάσεις ,αλλά  αυτό αγγίζει   το  πρόβλημα της  γενικότερης δομής και  φιλοσοφίας  του εκπαιδευτικού  μας  συστήματος .Παράλληλα , κατά  τη γνώμη  μου , συνιστά  επικίνδυνη  ακροβασία  της  εκπαιδευτικής  ηγεσίας  η  επιχειρούμενη  ανάθεση  του  μαθήματος   και  σε  κλάδους  εκπαιδευτικών  που  θα  κληθούν   να  το  διδάξουν απλά  και μόνο για  να συμπληρώσουν το ωράριό  τους .Ενέργειες  αυτού του είδους  καταδεικνύουν  την προχειρότητα  και την επιπολαιότητα  με  την οποία  λειτουργούν  αυτοί  που  σχεδιάζουν  τα εκπαιδευτικά  ζητήματα  , όταν   πιέζονται   από  την  ανάγκη για   λογιστική  αντιμετώπιση  όλων  των  αγαθών  της  δημόσιας  ζωής .
    Από την άλλη πλευρά  , βέβαια ,  έρχεται   αβίαστα στο στόμα όλων το ερώτημα : Μόνο  οι  φιλόλογοι  δικαιούνται  ή έχουν την   απαιτούμενη   επιστημονική κατάρτιση  ή  είναι  ικανοί  να  διδάξουν  το  μάθημα  της ιστορίας ; Ως  προς  το  πρώτο ,αν  δικαιούμαι   σημαίνει  ότι  με  βάση  αυτά  που  έχω κάνει  , το δίκαιο - ή ό,τι  αναγνωρίζεται  ως δίκαιο - μου επιτρέπει να προβαίνω στην  εκτέλεση ενός  έργου ,τότε  πράγματι  οι  φιλόλογοι , θεωρητικά  και  με βάση  το  περιεχόμενο  των σπουδών  τους   , έχουν  αυτό το  δικαίωμα . Ως προς τη δεύτερη  παράμετρο  , εδώ θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει  το γεγονός  ότι  ίσως μόνο οι  απόφοιτοι  του ιστορικού -αρχαιολογικού τμήματος  έχουν  πράγματι  εκείνη  την  επιστημονική κατάρτιση  που τους  επιτρέπει να  προσεγγίζουν το  μάθημα  με  τα  κατάλληλα   μεθοδολογικά  εργαλεία . Η  παρατήρηση  θα ήταν  σωστή  ,αν  αγνοούσε  κανείς το  γεγονός  ότι   όλοι   οι φιλόλογοι  -ανεξαιρέτως του  τμήματος   των  σπουδών τους - και  μόνο  αυτοί   εξετάζονται   τόσο  στο  γνωστικό  αντικείμενο  όσο  και  στη διδακτική του  μαθήματος  στις  εξετάσεις  του  ΑΣΕΠ. Συνεπώς  αυτό  μπορεί να σημαίνει  ότι  έχουν  προετοιμαστεί  ως ένα     βαθμό   κατάλληλα  για  τη  διδασκαλία  του  μαθήματος . Ως προς το τρίτο ζήτημα , εδώ ίσως να υπάρχουν και οι περισσότερες  δικαιολογημένες  ενστάσεις .
      H   επιτυχημένη  διαδρομή  ενός μαθήματος στην  ιστορία  της  εκπαίδευσης  κρίνεται   κυρίως  από  την  αποτελεσματικότητα  του τρόπου  με τον οποίο  διδάσκεται  το  μάθημα . Και μπορεί να κρυβόμαστε  διαρκώς  πίσω από την  εύκολη δικαιολογία  ότι  οι δυνατότητες  ενός  δασκάλου  είναι  περιορισμένες  ,όταν  το  αναλυτικό  πρόγραμμα  απαιτεί  από αυτόν  συγκεκριμένες  διδακτικές   ενέργειες  , αυτό  όμως  ελάχιστα αποσείει   τη  δική μας   ευθύνη  για  μία  εμπνευσμένη  και  μεθοδική   διδασκαλία  του  μαθήματος . Όταν  λοιπόν  ένα  πολύ μεγάλο  ποσοστό  των μαθητών  εκφραζόταν και  εκφράζεται   αρνητικά  για το μάθημα  της ιστορίας ,αυτό  πρέπει  να  βάζει  σε  βαθιές  σκέψεις τους φιλολόγους  για  την   καταλληλότητα  των  μεθόδων  που χρησιμοποιούν . Η  τυπική γραμμική  αντιμετώπιση  του  ιστορικού  υλικού ,η οποία  δίνει  έμφαση   στην  αφήγηση  των γεγονότων μέσα  σε μία  αυστηρή  χρονολογική σειρά [απαραίτητη κι αυτή , δεν αντιλέγω]  ,δεν  επαρκεί  για  τη  δημιουργία  εκείνων των ερεθισμάτων που  θα κάνουν  το  μαθητή αν όχι  να αγαπήσει , έστω  να  δείξει  το ελάχιστο  ενδιαφέρον για το  ιστορικό γίγνεσθαι . Ακόμη  και  οι ιστορικές  πηγές  αντιμετωπίζονται  συχνά επιδερμικά , διεκπεραιωτικά , απλώς υποστηρικτικά  προς  αυτό  που συνιστά  το δόγμα και  που είναι η πληροφορία  του  σχολικού  βιβλίου .
         Μάρτυράς  μου είναι  ο τρόπος με τον οποίο  διατυπώνονται  οι   ερωτήσεις  οι οποίες  σχετίζονται  με  την ανάλυση  των ιστορικών  πηγών .Ξεκινούν όλες  κάπως έτσι : «Με  βάση  το  παράθεμα  που σας δίνεται  και τις  γνώσεις  σας από το σχολικό  βιβλίο ... ...» . Και  μόνο  με τη  διατύπωση  αυτή υπονομεύεται  ο   υποτιθέμενος  ρόλος  των  ερωτήσεων που  θα  έπρεπε  να  αξιολογούν  την  κριτική ικανότητα  του  μαθητή . Κι  αυτό  γιατί  ο  μαθητής  ,ίσως  επειδή  κι εμείς  δεν τον έχουμε  ασκήσει  σωστά , προσπερνά  λίγο βιαστικά το «με βάση το παράθεμα»   και  μένει  κυρίως  στο «με βάση τις γνώσεις  σας από το  σχολικό βιβλίο», ιδιαίτερα   στις  πρώτες τάξεις του  Λυκείου . Αλλά  κι εμείς  από την πλευρά  μας ,όταν  αξιολογούμε  τα  γραπτά , ασυναίσθητα  μένουμε  περισσότερο  στο  αν ο  μαθητής  κατέγραψε  με  ευλάβεια  αυτά  που  αποστήθισε  από το σχολικό  εγχειρίδιο παρά  στο  αν  αξιοποίησε  όπως έπρεπε  το  παράθεμα  που του δόθηκε . Κι  αυτό καταδεικνύει  ένα  είδος  εμμονής   σε  πρακτικές   αξιολόγησης  που  ελάχιστα  σχετίζονται  με την  αναλυτική  και  αφαιρετική ικανότητα του  μαθητή .  Το μάθημα της  ιστορίας   λοιπόν  σχηματοποιείται  στο  μυαλό  του τελευταίου  ως  μία  απλή  αφήγηση ,τα  επεισόδια  της οποίας  χρειάζεται  να καταγράφει  φωτογραφικά  στη μνήμη του .
     Συνεπώς οι  ίδιοι  οι φιλόλογοι  δεν κάνουμε  πάντοτε   εκείνα που θα έπρεπε ώστε  να δικαιολογούμε  πειστικά  το  επιχείρημά  μας  ότι   είμαστε  ικανότεροι να διδάξουμε  το  μάθημα  έναντι των άλλων . Χρειάζεται   ν' αφήσουμε  στην άκρη τα  παλιά  μας εργαλεία  και  να μπούμε  σε μία  διαδικασία  εξερεύνησης  νέων  τρόπων   διδασκαλίας  του  μαθήματος , μελετώντας  περισσότερο  σοβαρά  έννοιες  ή  ενέργειες  όπως  είναι  η  πολυπρισματικότητα  ή αλλιώς   οι  πολλαπλές  εκδοχές της  ιστορικής  αφήγησης , η βαθύτερη  επεξεργασία  των  ιστορικών πηγών ,  οι  μεθοδικότερες  συγκρίσεις  των ιστορικών  φαινομένων  διαφορετικών εποχών , η διαθεματικότητα  και  η διεπιστημονικότητα , η παράλληλη  μελέτη  κοινωνικών -οικονομικών -πολιτικών  και   πολιτισμικών  φαινομένων , η  σύνδεση  της  μελέτης  ενός ιστορικού φαινομένου  με τις  επισκέψεις  σε  χώρους ιστορικού και αρχαιολογικού  ενδιαφέροντος ,  η   δημιουργία   στα  σχολεία   εργαστηρίων  ιστορίας  ,η   συστηματική  και  όχι  περιστασιακή αξιοποίηση  των  δυνατοτήτων  που προσφέρουν οι νέες  τεχνολογίες  της επικοινωνίας  για  την άντληση  πολύτιμου  υλικού .  Ουσιαστικός  βέβαια  αρωγός  στην προσπάθειά  μας  αυτή  θα πρέπει  να  σταθεί   το   υπουργείο  Παιδείας  με την  ανατροπή  των  αγκυλώσεων στο  υπάρχον  αναλυτικό πρόγραμμα  και  την  κατάλληλη   υποστήριξη  των  φιλολόγων ή όποιων άλλων κληθούν να διδάξουν το μάθημα ,με   επιμορφωτικά  προγράμματα  .
      Κλείνω  με   αυτούς τους  στίχους του  Γιώργου  Σεφέρη από  το ποίημα  του «Ένας  γέροντας στην ακροποταμιά» : "Κι  όμως πρέπει να λογαριάσουμε πώς  προχωρούμε" . Πράγματι   , δε  νοείται  περπάτημα  του ανθρώπου χωρίς να ερμηνεύει  τον  λόγο για τον  οποίο  περπατά  ,χωρίς  να  γνωρίζει  ποιο  παρελθόν κρύβεται κάτω από το κάθε βήμα του.
Τσιαχρής  Κώστας 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου