Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016

Ο Κώστας Τσιαχρής σχολιάζει το ποίημα "Ο Δράκουλας" του Γιάννη Στίγκα



Μυστικισμός , χιούμορ , μεταφορά του υπεραισθητού στις διαστάσεις μιας αμείλικτης κριτικής επιλογών και πεπραγμένων, σαρκασμός , αποδόμηση του κακού , ιδού τα βασικά συστατικά του ποιήματος.Το ποιητικό σύμβολο , εκ φύσεως σκοτεινό και εκφοβιστικό , απομυθοποιείται με κάθε λέξη και με κάθε στίχο.Χάνει τη ζοφερή του δύναμη και μεταβάλλεται σε γραφική φιγούρα ενός μυθικού σύμπαντος,το οποίο αποτυγχάνει πλέον να συγκινήσει ή να διεγείρει οποιαδήποτε συναισθηματική φόρτιση.Μέσα σ'αυτό το πλαίσιο,δίνεται η ευκαιρία στο ποιητικό υποκείμενο να γελοιοποιήσει την αλλοτινή αίγλη του συμβόλου του, να μπει απρόσκλητος στα χωράφια του μεταφυσικού και να τα λεηλατήσει με το σαρκαστικό του λόγο.Αλλά πίσω από τη φαινομενική ειρωνεία κρύβεται κάτι βαθύτερο:είναι η απογοήτευση για το γεγονός ότι το παράλογο έχει καταστεί ανίκανο να παραμείνει απρόβλεπτο και να δώσει μια εναλλακτική διέξοδο στα υπαρξιακά προβλήματα του σημερινού ανθρώπου.Ο Στίγκας κατά κάποιο τρόπο θρηνεί αυτή την απώλεια μέσω της ειρωνικής εκφοράς του λόγου του. Θρηνεί τη μετατροπή του πάθους σε συνήθεια [Άμα το αίμα γίνεται χόμπυ/άστα να πάνε] και ,για να πάω λίγο πιο μακριά, τη μετατροπή της ποιητικής πράξης σε καθημερινότητα.Και το παράδοξο , βέβαια, είναι ότι αυτό το παράπονο αισθητοποιείται στο ποίημα του με λέξεις και φράσεις καθημερινές,με ένα ύφος που θυμίζει προφορική συνομιλία με το υπερβατικό, με λέξεις που ξαφνικά αφήνουν πίσω την ευτέλειά τους και αποκτούν μέσα στο συγκείμενο μια σπάνια και γιατί όχι ηδονική ομορφιά.Ως δε τελική αίσθηση,αυτό που αποκομίζει ο αναγνώστης, είναι ένας ιδιότυπος εξορκισμός του κακού ,μέσα από την αντιπαράθεση του εκφραστή του [του Δράκουλα] με τα ανθρώπινα και την τελική καταδίκη του κακού ,τον αποκλεισμό του στο σκοτάδι[Λοιπόν τ' ανθρώπινα δεν είναι για τα δόντια σου/ τράβα να γίνεις νυχτερίδα /θα μπεις απ’ τ’ ένα αυτί /και δεν θα βγεις απ’ τ’ άλλο /θα μείνεις /να διδάξεις /στο σκοτάδι ].




Κώστας Τσιαχρής 


Ο ΔΡΑΚΟΥΛΑΣ

Άμα το αίμα γίνεται χόμπυ
άσ’ τα να πάνε…

Με το ’να χέρι κρατάω σταυρό
γιατί μπαίνω σε ποίημα
με τ’ άλλο την κοιλιά μου από τα γέλια
για’ δε σε πίστεψα ποτέ
γιατί το έμαθα καλά
πως το κακό
βγαίνει κι αυτό για μεροκάματο
κι εσύ κοιμάσαι δωδεκάωρα

και κάτι ακόμα

η δίψα
δεν είναι καύλα
να σου τη σβήνει ο άλλος
είναι θρησκεία ολόκληρη
−αλλά ας μη μιλήσουμε καλύτερα γι’ αυτά−
το τι δεν κάνεις στις παρθένες
αυτό κι αν είναι θρυλικό
Λοιπόν
τ’ ανθρώπινα δεν είναι για τα δόντια σου
τράβα να γίνεις νυχτερίδα
θα μπεις απ’ τ’ ένα αυτί
και δεν θα βγεις απ’ τ’ άλλο
θα μείνεις
να διδάξεις
στο σκοτάδι

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου