Τρίτη 30 Ιουνίου 2020

Κώστας Τσιαχρής Φιλοκτήτης 2020 μ.Χ.



Κουράστηκα   να ρίχνω  άλλα  βέλη
δεν ωφελεί  περισσότερο  κυνήγι
κάθε  πτώμα   είναι   ένας  χαμένος τρόπος  να  νικήσω
ένα  σημάδι  ότι βγήκε από το κέλυφος η  μοναξιά  μου
Κι έτσι  ευάλωτη χωρίς  φτιασίδια
τρώγεται  απ' τα  ψέματά  της
και  μικραίνει
και  μικραίνω  πιο  πολύ
με  το ξεγύμνωμά  της
Και   αφήνω  τα   σκυλιά   να  με  μυρίζουν ως τις τύψεις
Και  σφυρίζω   δυνατά  για να  μ'ακούσει ο  χαλασμός   μου
ότι   όλα  θα  γίνουν   κατά το  θέλημά  του
ότι   με  τα   βέλη  δεν κερδίζεται η   αγάπη
ότι   πιο   βαθιά  κι  από τον στόχο
κρύβεται  η  ευθύνη
να   μαδάς το  λουλούδι  ως το  άρωμά του
και  να   γδέρνει  η  βολή  μονάχα  το  δέρμα
ως  υπενθύμιση
ότι  μέσα  στην  υποταγή
κοιμάται  πάντα  κάτι  μυτερό
που  αν  ξυπνήσει, αλίμονο
σε  κείνους που απατώνται
λέγοντας  και ξαναλέγοντας
για   παρηγόρια
ότι  στράβωσαν   οι  μύτες  απ'τα  βέλη  





Δευτέρα 29 Ιουνίου 2020

Κώστας   Τσιαχρής Έπρεπε...






Έπρεπε  να σπάσει  θρύψαλα  η  σιγουριά
να  γεμίσουν  οι  παλάμες  χαρακιές
από  ένα  ξάφνιασμα
που  έφερε  ξοπίσω του   σκυλόψαρα 
Σε  θάλασσες
όπου  κολύμπησα  παιδί   
αλλά  αναπάντεχα
ρυτίδιασαν τα  χρόνια    μου 
και   βγήκα  στην ακτή  υπερήλικας

Έπρεπε  να  σκοντάψει  ο ουρανός
να  σηκωθεί  ξανά
με  ματωμένους  αγκώνες
με σκισμένα  γόνατα
να  κουτσαίνουν  τα άστρα
ράμματα  παντού   από  μπλε
πρησμένα  σύννεφα

Έπρεπε να  τρακάρει το πάθος με  μια κολόνα  
σε   δρόμο   γλιστερό
που   μου   πήρε  τα πόδια 
που  μου  άφησε  μόνο χνάρια
από  πατημασιές   χωλών  ερώτων   
λαμαρίνες  χωμένες  στη σάρκα   
κι  έναν  αερόσακο 
που  άνοιξε  τα  πέταλα
λευκό  λουλούδι 
ύστερα απ'τη  συντριβή 

Έπρεπε  να βγάλουν τρίχωμα  τα λόγια μου
χτυπώντας   ταμπούρλα  μέσα στο  δάσος
σπαράζοντας   ωμούς   ανθρώπους 
κυνηγώντας  ζέβρες
το  άσπρο και το μαύρο  της γραφής

Έπρεπε  να  κόψει   πρόστιμο
στο  κατοστάρι μου  ο   φόβος
να   χτυπήσουν οι σειρήνες  απαλά
μέσα  στο  πανδαιμόνιο

Για   να   ακούσω  εν  τέλει  τη  σοφία 
στη  νωχέλεια  της  χελώνας 




Σάββατο 20 Ιουνίου 2020

Κώστας   Τσιαχρής  Εν κατανύξει


Όπως  περνώ
ανάμεσα   από   νηστικά κεριά
στο  μαύρισμα των  τοίχων 
ξανανάβουν  οπτασίες  από   φλόγες
τόσο   κατανυκτικά
που   μεταφέρεται    τροφή 
απ'  το  πάτωμα 
ως  τον   τρούλο
Εκεί    ένας   παντοκράτορας
βαρύς   από  στολίδια
ξεκολλάει  την    ασημένια   φλούδα του 
με   πόνο
Λαμπαδιάζουν από   πίσω
και  οι πέντε αισθήσεις
Ακοή   ως  τον ψίθυρο
Όραση   σε  κοίταγμα  τυφλού
Αφή   που  αφήνει  μούδιασμα    στο πνεύμα
Γεύση  με  κομμένη  γλώσσα
Όφρηση   αρωμάτων
από    μύχιο     σύμπαν     







Τετάρτη 10 Ιουνίου 2020

Κώστας  Τσιαχρής Μετενσάρκωση 




Τώρα  που  έριξα ήλιο 
ως   την τελευταία  γωνιά 
και  οι  σκόνες   ταράχτηκαν σφόδρα 
κι  οι   αράχνες  απόρησαν σιωπηλά 
παραδώσου φάντασμα 
ύψωσε  το  σεντόνι  σου 
για  σημαία  ανακωχής
όλα  χάθηκαν μη  βρυχάσαι
ό,τι   φάνταζε  τρομερό 
υποτάχτηκε  στο    χαμόγελο 
μην περιμένεις  κρυψώνες 
σ' αυτό   το  στήθος 
Έσπειρα  το  λευκό  σου , 
φάντασμα , στο  δέρμα μου 
και  μοιάζω πιο πολύ  από σένα 
φρίκη 
δεν μπορείς  να μου μοιάσεις
είμαι  πιο πιστό  αντίγραφο  
της  ομίχλης
πιο   αγνός  αντίλαλος  κεραυνού  
πιο  φτυστή   γεωγραφία   θανάτου 
















Σάββατο 6 Ιουνίου 2020

Κώστας  Τσιαχρής  Το  ενέχυρο 




Ο   εξαποδώ   πίνει    καφέ 
σε καφενείο  στη Σόλωνος
μασκαρεμένος   επιδέξια 
σε  ποιητή   
Έχει  κέρατα  κρυμμένα  
κάτω  απ' το   καπέλο  
μια  ουρά   κουλουριασμένη 
μέσα   σε  βιβλίο  
Μοιράζει   έμπνευση   
που  υπόσχεται 
να  ξαναγίνουν  κοριτσάκια 
οι γερασμένες πένες 
Σφίγγουν    με  χαμόγελο 
τα χέρια 
οι  συμβαλλόμενοι
ετοιμάζουν   τις   υπογραφές 

Θα  υπογράψετε  με  αίμα ; 
Ασφαλώς   

Τα  νιάτα ,αγαπητέ ,  
κοστίζουν  
Δε   θα  βάζαμε  
όπως όπως 
για  ενέχυρο 
την  πεμπτουσία  
της  γραφής  μας