Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2022

Μίμνερμος "οὐ μὲν δὴ κείνου γε μένος"

 




οὐ μὲν δὴ κείνου γε μένος καὶ ἀγήνορα θυμὸν

τοῖον ἐμέο προτέρων πεύθομαι, οἵ μιν ἴδον

Λυδῶν ἱππομάχων πυκινὰς κλονέοντα φάλαγγας

Ἕρμιον ἂμ πεδίον, φῶτα φερεμμελίην·

τοῦ μὲν ἄρ᾽ οὔ ποτε πάμπαν ἐμέμψατο Παλλὰς Ἀθήνη

δριμὺ μένος κραδίης, εὖθ᾽ ὅ γ᾽ ἀνὰ προμάχους

σεύαιθ᾽ αἱματόεν‹τος ἐν› ὑσμίνηι πολέμοιο,

πικρὰ βιαζόμενος δυσμενέων βέλεα·

οὐ γάρ τις κείνου δηίων ἔτ᾽ ἀμεινότερος φὼς

ἔσκεν ἐποίχεσθαι φυλόπιδος κρατερῆς

ἔργον, ὅτ᾽ αὐγῆισιν φέρετ᾽ ὠκέος ἠελίοιο


...........................................................................................................................

Κείνου  τη μανιασμένη 

την αντρεία καρδιά  

μήτ' ένας δεν την είχε 

Έτσι άκουσα από τους αλλοτινούς 

που με τα μάτια τους τον είδαν να χιμάει 

κονταροφόρος

στα πυκνά τα τάγματα 

των έφιππων  Λυδών

στην πεδιάδα του Έρμου

Για τη σφοδρή τη λύσσα της ψυχής του 

δεν του κάκιωσε ποτέ 

η Αθηνά Παλλάδα 

όταν αυτός 

ανάμεσα στους συμπολεμιστές του 

ορμούσε 

μες  στην ταραχή 

του  αιματόβρεχτου πολέμου 

κυνηγημένος 

από τις πικρές  σαΐτες των εχθρών 

Απ' τους εχθρούς  του 

άντρας πιο ατρόμητος 

δε στάθηκε 

στην τρομερή  βουή  της μάχης 

Όταν ορμούσε πιο γοργός 

κι απ' τις αχτίδες του ήλιου 


Απόδοση:  Κώστας Τσιαχρής 


➰➰➰➰➰➰➰➰➰➰➰➰➰➰➰➰➰➰➰➰➰➰➰


ἀγήνωρ : ανδρείος ,ηρωικός , μεγαλοπρεπής, λαμπρός, 

πεύθομαι: ποιητικός τύπος του πυνθανομαι 

κλονεω :προκαλώ ταραχή και σύγχυση 

φώς: ο άντρας , ο άνθρωπος

φερεμμελίης: ο πολεμιστής που φέρει δόρυ από ξύλο μελίας

Ἕρμιον  πεδίον : η πεδιάδα του ποταμού Ερμου στη Λυδία 

πάμπαν: εντελώς

εὖθ(εὖτε): όταν

σευομαι : εξορμω , εκτινάσσομαι ,αναπηδω 

ὑσμίνη: ο αγώνας ,η συμπλοκή ,η μάχη 

δήιος : ολέθριος ,καταστροφικός 

ἔσκεν: ήταν 

ἐποίχομαι : καταπιάνομαι 

ὠκύς : γοργός ,ταχύς 

φύλοπις: η  βοή της μάχης



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου