Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2016

Οι φιλολογικές ματιές παρουσιάζουν τα είκοσι καλύτερα άλμπουμς του 2016





1. David   Bowie                       Blackstar      







Τι  κι αν  ο  χαμαιλέοντας  του ροκ, ο άνθρωπος με τα πολλαπλά μουσικά πρόσωπα, έχει φύγει πια από  κοντά μας. Η μουσική  του , τα  υπέροχα τραγούδια του, οι ανεπανάληπτες  εμφανίσεις του θα μείνουν οριστικά ως μία ανεξίτηλη κληρονομιά ,προορισμένη  να  ερεθίζει πάντοτε δημιουργικά τους  νεότερους καλλιτέχνες. Το  Blackstar είναι  το άλμπουμ που  ηχογράφησε με  την επίγνωση  του επικείμενου θανάτου  του και  είναι ίσως η καλύτερη  δουλειά του  από  την εποχή  του Scary  Monsters : ένα  μοντέρνο  jazz-rock αριστούργημα με ψυχεδελικές  αποχρώσεις  και  για τον γράφοντα το  κορυφαίο άλμπουμ για το   2016





2. Radiohead                            A moon shaped  pool


Είκοσι τρία  χρόνια  μετά την πρώτη τους  εμφάνιση  στο  μουσικό στερέωμα, το  συγκρότημα  από την Οξφόρδη αποδεικνύει  το  λόγο  για τον οποίο  εξακολουθούν να  αποτελούν ένα  από τα  μεγαλύτερα  ονόματα  της  τελευταίας  εικοσαετίας. Το  A  moon shaped  pool  είναι   ίσως το  πιο  εσωτερικό  και –γιατί όχι- στοιχειωμένο άλμπουμ της καριέρας τους. Ένας  πραγματικός  καλλιτεχνικός θρίαμβος.


3. Solange      A seat at the table
Η  δεσποινίς  Knowles ,η  μικρότερη  από τις  δύο  που βρίσκονται  σε αυτό  τον κατάλογο , δημιούργησε, με έναν ήχο  μινιμαλιστικό , βασισμένο  σε αιθέρια  ηλεκτρονικά  μοτίβα, μοναδικά  διεγερτικό  για  τις αισθήσεις  αλλά και με σαφή   πολιτικά μηνύματα για  τη θέση  της μαύρης γενιάς  του σήμερα, το απόλυτο  RnB άλμπουμ της χρονιάς.





4.Nick Cave  and the  bad seeds                    Skeleton tree
Ο θάνατος  του δεκαπεντάχρονου  γιού του στάθηκε ενδεχομένως η  αφορμή για να  ακούσουμε  τον  Cave , ίσως  για πρώτη φορά, τόσο μα τόσο  αληθινό.  Ο  όρος «ερμηνεία»  βρίσκει  εδώ  το   ουσιαστικό  του  νόημα.



5. Frank  Ocean                                      Blonde 
Το  δίλημμα για τον Frankie  μετά  από ένα σαρωτικού εκτοπίσματος   άλμπουμ , όπως  το   «Channel  Orange»,  ήταν  ασφαλώς μεγάλο. Ή θα επαναλάμβανε  την ήδη πετυχημένη  συνταγή ή θα  προχωρούσε παραπέρα, αποδεσμευμένος από το άγχος  της  επανάληψης  του θριάμβου. Προτίμησε το δεύτερο  δρόμο. Και το αποτέλεσμα  τον δικαιώνει. Το  Blonde  είναι  περισσότερο  πειραματικό, περισσότερο  αιθέριο και  φυσικά  οδηγεί  τη  μαύρη μουσική  ένα  βήμα  παρακάτω.



6.A  tribe  called  Quest      We got it from here…thank you for  your service
Οι  A  Tribe  called   Quest  σχηματίστηκαν  το  1985  και  μαζί με  τους  De la soul έφεραν μία καινούργια αύρα  στον  τραχύ  και   σχετικά  μονότονο  ήχο  του  hip hop. Μετά  από μία  μακρόχρονη  απουσία, ο  Q-Tip  και  η παρέα  του επιστρέφουν  με  το πιο  ενδιαφέρον  άλμπουμ  του συγκεκριμένου είδους  για το  2016.



7.Leonard   Cohen                               You want it darker
Άλλος ένας  μεγάλος  καλλιτέχνης που  μας  αποχαιρέτησε  οριστικά  το 2016. Το  κύκνειο άσμα  του τυχαίνει να είναι  ένα  από εκείνα  τα σκοτεινά και  λυρικά  μουσικά  θαύματα  που μόνο  εκείνος  ήξερε  τόσο επιτυχημένα  να  σκαρώνει



8.  Beyonce                                                Lemonade
Η    έτερη  δεσποινίς  Knowles, διάσημη  ως  Beyonce , και  το άλμπουμ  που  για  πολλά  μουσικά έντυπα  και ιστοσελίδες  ήταν  το καλύτερο  της χρονιάς. Σε αυτό το δίσκο ,  απαλλαγμένη από το βραχνά    της  εμπορικής επιτυχίας ,συνεργάζεται  με  ονόματα  όπως  οι  Jack White, Weeknd , Kendrick  Lamar  και   James  Blake και  το αποτέλεσμα είναι ένας  δίσκος πολυσυλλεκτικός  και  χαμαιλεοντικός.



9.  Iggy  Pop                                        Post pop  depression
Η συνεργασία  του  με τον Josh Homme   επιβεβαιώνει  ότι  ο  γερόλυκος  του punk   rock  είναι  ακόμη  ζωντανός  και   βρυχάται   όπως εκείνος  ξέρει : στοχεύοντας  στην καρδιά  των πραγμάτων 



10.Car   seat   headrest                           Teens  of denial
Δημιουργήθηκαν  το  2010  ως το   προσωπικό   μουσικό όχημα  του  τραγουδιστή  και  συνθέτη  Will  Toledo. O ήχος  τους  φέρει  στοιχεία  από εκείνον  των  Pavement, των   Pixies και  των   grunge συγκροτημάτων  της δεκαετίας  του  90. Με  μία  lo-fi παραγωγή  το  Teens of denial ακούγεται  εξαιρετικά  φρέσκο, άλλοτε άγριο και ατίθασο , και άλλοτε  απίστευτα  μελωδικό και  αφελές.



11.P.J. Harvey    The hope  six  demolition  project
Μετά  το   Let  England  Shake, η  P.J Harvey  ταξίδεψε  στο Αφγανιστάν, στο  Κόσοβο  και στην Ουάσιγκτον , μετέφερε  τα  βιώματά  της στους στίχους , άφησε   εντονότερα  από κάθε άλλη  φορά να  έλθουν   στην επιφάνεια  οι   blues μουσικές καταβολές της , ηχογράφησε  το άλμπουμ  ζωντανά  και έτσι  έφτιαξε  έναν ακόμη  εκπληκτικό  δίσκο με καθαρά  πολιτικό περιεχόμενο.



12.Angel  Olsen     My  woman
To  τέταρτο  άλμπουμ  της  τραγουδίστριας  από  τη Βόρεια  Καρολίνα  είναι  το  ωριμότερο  και  το αρτιότερο  από  συνθετική  και  εκτελεστική  άποψη   




13.Anohni      Hopelessness
Τον   γνωρίσαμε  ως  Antony  στους υπέροχους  Antony  and the Johnsons. Στο  Hopelessness   ως  γυναίκα  πια , με το όνομα  Anohni, μας προσφέρει  ένα  εξαίσιο  δείγμα    πειραματικής  -συνθετικής  pop  μουσικής



14.Bon  Iver      22, A million
Ο  Justin   Vernon   , ευρύτερα  γνωστός ως  Bon Iver, αναμειγνύει  μοναδικά  τις  φολκ  μουσικές  του ρίζες  με  τον σύγχρονο  ηλεκτρονικό ήχο και  τα  soul  φωνητικά



15.Anderson  Paak    Malibu 
Ένας  πολυεπίπεδος ήχος   μέσα στον οποίο ανιχνεύει  κανείς  ψήγματα  από  τις καλύτερες  στιγμές  της  soul/ hip hop  μουσικής 





16.Savages     Adore  life
Στο  δεύτερο  άλμπουμ  τους   η  μουσική  τους ακούγεται    λιγότερο  ακατέργαστη   σε σχέση  με  το  Silence  yourself , αλλά  περισσότερο  ογκώδης  και   συναισθηματικά   πλήρης .





17.Kaytranada    99,9%
Από  το  Μόντρεαλ  του Καναδά, ο  παραγωγός  και  dj  με  το περίεργο  ψευδώνυμο Kaytranada  μας  προσφέρει  τον  χορευτικό  δίσκο  της  χρονιάς


  
18.Chance  the rapper   Coloring book
Με  μία  gospel  χορωδία  και  με  έξυπνα  jazz  γυρίσματα,  το  Coloring book ηχεί    ευφάνταστο  και  συναρπαστικό  από την αρχή ως το τέλος



19.Christine  and the  queens     Chaleur   humaine
H  Héloïse Letissier  γεννήθηκε  στη  Νάντη  της  Γαλλίας  το  1988. Είναι  τραγουδίστρια,  παραγωγός  και συνθέτρια . Το άλμπουμ  είχε  κυκλοφορήσει  αρχικά  στη Γαλλία  το  2014. Φέτος, επανακυκλοφόρησε  στην  Αγγλία και  έγινε  ευρύτερα  γνωστό.



20.James   Blake   The   color  in anything  
Σ’ αυτό το άλμπουμ ο James Blake  αφήνει να φανούν περισσότερο  οι  RnB   μουσικές  προτιμήσεις  του, τις  οποίες  συνδυάζει  πανέμορφα  με  τον  ρομποτικό  αλά  Laurie  Anderson ήχο  του .



Κώστας  Τσιαχρής  

Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2016

Κώστας Τσιαχρής "Μυστήριαι αι βουλαί"



Μυστήριαι  αι βουλαί  του δημίου
Όταν προσήλθα στο ικρίωμα
με μια προσποιητή συντριβή
που δε θα’ πειθε μήτε  ηλίθιο
πόσο μάλλον κόλακα
και  κάτω από το βλέμμα
πλάνταζε  ηχηρά η αδιαφορία 
Μυστήριαι

Μυστήριαι  αι βουλαί  του δημίου
Όταν  πλησίστιος  δήθεν
τράβηξα κοντά  μου την αγχόνη
ατάραχος  εκείνος
έλαμπαν  στα χέρια μου τα δώρα 
της  εξαγοράς
αχάτης  λαζουρίτης  λίθος  χαλκηδόνιο
το’ νιωθε  πως όλο  τούτο
ήταν  θεατρινισμός
Μυστήριαι

Μυστήριαι  αι βουλαί  του δημίου
Που μόλις είπα ο θάνατος
είναι  το βρέφος
που παράτησε  η ελπίδα στο κατώφλι μου
έβγαλε μια   κουδουνίστρα
και  μου  πλάνεψε  τον τρόμο
Έκλεισα  το σώμα  Άνοιξα την ποίηση
μιαν οχλοβοή
από λέξεις ανυπόφορες
Περίπου αντιστεκόμουνα
Μυστήριαι

Μυστήριαι  αι βουλαί  του δημίου
Σε καιρούς  ανύποπτους
σε μέρες  πλησμονής κι ευθυκρισίας
όταν ζητάνε επί πίνακι
την άρνησή  σου
Αρνείσαι  την ανάσταση υπό όρους
νέας ομηρίας Αρνείσαι;
Τον κλειδούχο, την υπόσχεσή του
για  ξεκλείδωμα του ονείρου Αρνείσαι;
Τις   βουλές  δημίων  θηρίων
επιτηδείων  Αρνείσαι;
Τα διατάγματα   Τα  πορίσματα
Τα κηρύγματα;
Και τάχα τι να πρωτοαρνηθώ;
Μυστήριαι

Μυστήριαι  αι βουλαί  του δημίου
Που αντί να σπρώξει  το σκαμνάκι
Μ’ ένα παραλήρημα θριάμβου
έπεσε  στα γόνατα
μου γλύκανε τα  πόδια
με τα πιο ακριβά  φιλιά
ψιθύρισε  ενεός
Θα  σου έρχομαι  τις  Κυριακές
απέξω απ’ το παράθυρο
και  σαν  τη γάτα  εφτά  ζωές
θα  τις ξοδέψω  στην  ταπείνωση
και  στ’ αποφάγια   της καρδιάς  σου
ώσπου να πεις :  άφες
άφες  αυτόν
Μυστήριαι

Μυστήριαι  αι βουλαί  του δημίου
Που κατεβαίνοντας  κατεβαίνοντας
ως το σκληρότερο  πέτρωμα της αλήθειας
δεν έμαθα ποιος  απ’ τους   δύο 
πιότερο  είναι  θεατρίνος
Μόνο  αυτό –
Καλό του παρανάλωμα
σ’  όποιον ανακατεύεται  με μάγματα
Μυστήριαι 




Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2016

Κώστας Τσιαχρής "Κ.Τ. Λυόμενος"

     



                                           «Και Δοῦναι Την Ψυχήν Αὐτοῦ Λύτρον Ἀντί Πολλῶν»  
                                                                                  Ματθ. 20.28

Μετά  από  τόση ευωχία
συνεργασία  με γύπες
κι άλλα  αρπακτικά
Αφού το μάτι  χάρηκε 
και μέτρησε  το βιός του
με την ένταση που αρμόζει 
στους φονιάδες
τι σας πειράζει λίγη αχαριστία 
για την τιμή των όπλων;

Κι όμως
θα πέρναγε για θαύμα
αν εξαγόραζαν τα λύτρα 
τη λαχτάρα για υποκλίσεις 
και τιμές
Θα φάνταζε μικρότητα
ή ακόμη κι αυταπάτη
δόλιο  πάρε δώσε 

Εσείς που περιμένατε
μια λάμψη  ευγνωμοσύνης
ή έστω ταπεινής σιωπής 
χτυπήσατε την πόρτα
και σας άνοιξε άλλος κόσμος
Φορούσατε  το σκάφανδρο
Φορούσα τ' οξυγόνο
κι ήτανε τόσο λίγη ανάσα
που το φούσκωμα στο στήθος
ακουγόταν κούφιο

Χτυπήσατε την πόρτα
και σας άνοιξε άλλος κόσμος
και το συκώτι που φαγώθηκε 
έμεινε λειψό  για πάντα 
ένα τρεμάμενο και σκάρτο δόλωμα
Και τώρα σας ζητώ επιτέλους 
να μ'αφήσετε μες στην ανησυχία μου
ν' αναβοσβήνω σα φανάρι  χαλασμένο 
να μπερδεύω τ' ανθρωπάκια 
που νομίζουν  
πως χαρίζονται έτσι εύκολα 
           οι φωτιές 



Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2016

Κώστας Τσιαχρής "K.T. Δεσμώτης"



Ας ήμουνα δεσμώτης  
σε ένα λεπτοδείκτη  
πάνω στο ρολόι σου 
να περιφέρομαι  σα  χρόνος 
σαν κομμάτι από το μέλλον 
να χτυπούσα  αδιάκοπα  
τα τέταρτα  και τις μισές  

Αν σταματούσαν τα γρανάζια 
θα με κούρδιζε ένας τρόπος 
ν' αναμένω την ταπείνωση σα θαύμα 

Αν έσπαζε ο θόλος 
θα έμπαιναν ημίθεοι 
να με λευτερώσουν 
με τσεκούρια  και  λοστούς 
Την ώρα που θα σήμαινε
          "ακριβώς"
όταν η τύφλωση κι η ίριδα συμπίπτουν 
       δώδεκα ακριβώς 
όταν δεν ξέρεις τι γεννιέται 
από το φάγωμα της νύχτας 
πόσες λάσπες  θα ξοδέψει το μυαλό 
ώσπου απ' τις τρύπες του 
να στάξει νους 
Τι τυραννία! 

Όμως κι ελεύθερος 
Εγώ
-ας έσκαγαν απ' το κακό τους  οι ελευθερωτές-
θα σου έκλεινα το μάτι 
συνωμοτικά 
και θ' άφηνα ανοιχτό 
πιο  κάτω απ' τα πλευρά  
ένα κομματάκι
να μου έρχεσαι σαν όρνιο 
κάπου κάπου να τσιμπάς
και  να σε  τρέφω  
δευτερόλεπτα  κι αιώνες 

Οκτώβριος  2016  Ν.Ν.





Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2016

Συνέντευξη του ποιητή Ε.Μύρωνα στον Κώστα Τσιαχρή









Ήρθα σε επαφή για πρώτη φορά με το έργο του Ε.Μύρωνα εντελώς τυχαία, μέσα από μία περιήγησή μου στο διαδίκτυο. Εκεί ανακάλυψα το προσωπικό του ιστολόγιο a-lektor.blogspot.com και  διάβασα μία σειρά από ποιήματα τα οποία μου έκαναν σθεναρή εντύπωση, όχι γιατί ανακάλυπτα  κάτι  πρωτόγνωρο  ή φανταχτερό, αλλά γιατί αισθάνθηκα πως σ’ αυτή την ποίηση επιχειρείται με έναν αφοπλιστικά αφτιασίδωτο  τρόπο  μία επαναπροσέγγιση του ουσιώδους, ένα αποφασιστικό τράβηγμα   στη διελκυστίνδα  μεταξύ  αφηρημένης περιπλάνησης στα τοπία του λόγου και της κατασταλαγμένης πορείας  προς μία ώριμη έκφραση, στη μεριά της δεύτερης. Έκτοτε επιχείρησα να έρθω σε επαφή με τον ποιητή  Ε.Μύρωνα  και να αφουγκραστώ τις απόψεις του πάνω σε  ερωτήματα που θα τα χαρακτήριζα μεν  κοινότοπα, αλλά  πάντοτε  επίκαιρα και διαχρονικά. Καρπός αυτής της συνομιλίας μου με τον ποιητή υπήρξε η παρακάτω  συνέντευξη.

Αγαπητέ Ε. Μύρων, κατά καιρούς ζητείται  από τους ποιητές  να δώσουν το δικό τους ορισμό στην ποίηση. Δε θα παρεκκλίνω από τον κανόνα. Θα ήθελα να σε ρωτήσω, λοιπόν, αρχικά τι  σημαίνει για σένα ποίηση

  Η μόνη δυνατή επιλογή, ο μόνος δρόμος για να περπατήσω ελεύθερος και να εκφραστώ. Λένε ότι πραγματικά είμαστε αυτοί που είμαστε, όταν μένουμε μόνοι σπίτι και δεν κοιτάει κανείς. Κάπως έτσι λειτουργώ, όταν γράφω. Δεν παρεμβάλλεται κανείς, είμαι εγώ με μένα στο χαρτί, χωρίς καμιά παρεμβολή, καμιά σιγουριά, κανένα βόλεμα. 
   Οι ώρες που γράφω είναι ώρες λύτρωσης για μένα. Παλεύω με τους φόβους μου και με τους πόνους μου γυμνός, χωρίς αιδώ, χωρίς καμία μάσκα. Τους αντικρίζω κατάματα. Κι όσα από τη μάχη αυτή καταφέρνω, τα περνάω στο χαρτί. 
   Η Ποίηση για μένα είναι η ελπίδα ότι αυτός ο κόσμος, που μας έλαχε, δεν είναι έτσι αλλά διαφορετικός, με άλλα χρώματα, άλλο ουρανό κι άλλους ανθρώπους. Είναι η προσμονή για μια άλλη ζωή.



Ποίηση χωρίς ποιητή ασφαλώς δε νοείται .Πώς αντιλαμβάνεσαι το ρόλο του ποιητή εν γένει; Δε μιλώ μόνο για την αποστολή του στο σήμερα 

   Ο ρόλος του Ποιητή κατ' εμέ είναι εκείνος του ανθρώπου που μας δείχνει έναν άλλο δρόμο. Ο γνήσιος Ποιητής πασχίζει, παλεύει κάθε μέρα να αλλάξει τη μοίρα, να μεταμορφώσει τον κόσμο. Λέω συχνά ότι ο Ποιητής δεν μπορεί να κοιμάται ποτέ ήσυχος. Ο Ποιητής πρέπει να είναι και οδοποιός και οδοδείκτης.

Τι είναι αυτό που επιδιώκεις να εκφράσεις μέσα από τα ποιήματά σου ; 

   Επιδιώκω να εκφράσω μιαν άλλη οπτική τού σήμερα. Του ζοφερού κι άδικου σήμερα. Προσπαθώ να μιλήσω για τους ανθρώπους, που ξέμειναν στο περιθώριο και να εκφράσω το όνειρο μιας κοινωνίας χωρίς ανισότητες και τάξεις.

Επειδή δύσκολα πια  στο χώρο της λογοτεχνίας αναφύεται κάτι  αυτόφωτο και όλοι, καλώς κατά τη γνώμη μου, δεχόμαστε επιρροές από άλλους ομοτέχνους μας , θα ήθελα να ρωτήσω  ποιες είναι οι   επιρροές που δέχτηκες εσύ από άλλους  συγγραφείς

   Σίγουρα ο Φρ. Νίτσε, τον οποίο θεωρώ μεγάλο Ποιητή πέρα από φιλόσοφο, με επηρέασε βαθιά μιας και διαβάζω και μελετώ τα έργα του από πολύ μικρός. Αγαπώ ιδιαίτερα τον Κώστα Καρυωτάκη και τον Νίκο Καρούζο. Πάντα με μαγνήτιζαν άνθρωποι που πίστευαν σε κάτι με όλη τους την ψυχή και πήγαν μ’ αυτό μέχρι τέλους, δίχως ούτε μία παρέκκλιση. 
    Επιρροές... Ξέρεις είναι πάντα θολή μια τέτοια απάντηση γιατί πολλές φορές μας επηρεάζουν μεμονωμένα Ποιήματα ή ακόμη και στίχοι, που γράφουν μέσα μας, χαράζονται και τους βρίσκουμε μπροστά μας στο μέλλον. Αυτό ίσως είναι και ένα κέρδος, όταν πλαταίνει το βλέμμα μας ενόσω μεγαλώνουμε και αποκτούμε εμπειρίες και άλλες οπτικές γωνίες. Όπως και να ‘χει, δε μπορώ παρά να αναφέρω και τον Κ. Καβάφη, τον Τ. Παπατσώνη, τον Α. Ρεμπώ και όλη την καταραμένη γενιά, τον Ε. Πάουντ, και τους Μπιτνικς. 



Τι διαβάζεις αυτό τον καιρό; 

    Ανήκω στην κατηγορία των παρανοϊκών με τα Ποιήματα και τα βιβλία εν γένει. Εξηγούμαι: Ποτέ δε διαβάζω ένα ή δύο αλλά οκτώ ή δέκα ταυτοχρόνως. Αυτή την εποχή στο γραφείο μου βρίσκονται ανοιχτά με σελιδοδείκτες και σημειώσεις (ορνιθοσκαλίσματα) Ποιήματα του Καρούζου,του Βάρναλη, του Γ. Βαρβέρη, του Α. Ζέρβα, του Τ. Παπατσώνη, του N. Τόμας,του Τ.Σ. Έλιοτ, του Τ. Μπουκόφσκι και κάποιες συλλογές ελασσόνων Ποιητών. Επίσης διαβάζω το «Επαναστατημένος άνθρωπος» του Α. Καμύ, το «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» του Φ.Νίτσε (πάντα κάτι νέο κρύβεται εκεί), το «Οι αλήτες του Ντάρμα» του Τ. Κέρουακ και κάποια δοκίμια πάνω στη Ποίηση.


Γιατί, κατά τη γνώμη σου, η απήχηση που έχει  σήμερα η ποίηση αφορά σε ένα περιορισμένο κοινό , αν  εν τέλει ισχύει  αυτό;

    Η Ποίηση είναι ένα κοπιώδες κυνηγητό της ελευθερίας, είναι ρήξη και δραπέτευση χωρίς κανένα μα κανένα εγγυημένο αποτέλεσμα. Στις μέρες μας προτιμάται η σιγουριά της φυλακής, παρά η μάχη και η βάσανος μιας απόδρασης.
     Σήμερα, στην εποχή της ευκολίας και της βιασύνης, οι άνθρωποι προτιμούν να μη σκέφτονται, να μην κουράζονται για να βρουν απαντήσεις αλλά να αρπάζουν ό,τι έτοιμο βρίσκουν. Συνηθέστερες δικαιολογίες είναι η καθημερινότητα, ο ελάχιστος ελεύθερος χρόνος, η ανάγκη για ξεκούραση έπειτα από μια κοπιώδη εργασία, κλπ, αλλά όλα αυτά δεν αποτελούν παρά μια εύκολη λύση, ώστε να αποφευχθεί η εσωτερική σύγκρουση, τα προσωπικά ερωτηματικά, οι εκ των έσω αγωνίες. 
     Εκεί είναι η απάντηση για μένα. Τα Ποιήματα έχουν καταλήξει μια παρωχημένη και άχρηστη τέχνη για την πλειονότητα των συνανθρώπων μας γιατί, όπως είπα και παραπάνω, χρειάζεται η συμμετοχή και όλη η προσοχή τού αναγνώστη για να ξεκλειδωθεί ένα Ποίημα. Δυστυχώς στην εποχή μας η πλήρης συμμετοχή και προσοχή διοχετεύεται σε άχρηστα ζητήματα, τα οποία αποστραγγίζουν τον άνθρωπο χωρίς κανένα κέρδος για τον ίδιο.
   Βέβαια ελπίζω σε μια εποχή σωστής διδασκαλίας της Λογοτεχνίας, δυνατής παιδείας και επαναφοράς της Ποίησης εκεί που της πρέπει. Η αλήθεια είναι πως τα τελευταία  χρόνια διαφαίνεται μια τάση των νέων ανθρώπων προς την Ποίηση και τη Λογοτεχνία εν γένει. Αυτό είναι κάτι ελπιδοφόρο αν μη τι άλλο. 



Ποια  η γνώμη σου για  την ολοένα αυξανόμενη τάση  πολλών συγγραφέων να  επιλέγουν  να αναρτήσουν  τις  δημιουργίες τους στο διαδίκτυο; Πιστεύεις ότι κάτι τέτοιο  μπορεί να υποκαταστήσει  τη διαδικασία  έντυπης έκδοσης των έργων;

     Προσωπικά πιστεύω πως ένα από τα θετικά  που παρέχει το διαδίκτυο, είναι η ελεύθερη φωνή στον καθένα μας.
    Οι αναρτήσεις στο διαδίκτυο δεν φιλτράρονται από εκδότες και κάθε λογής κλίκες κι έτσι ο κόσμος, που τα διαβάζει, είναι ο μόνος κριτής. Υπάρχει αμεσότητα στην επικοινωνία. Αυτό είναι πολύ θεμιτό, αρκεί να αναλογιστεί κανείς πόσα άξια κείμενα αποκρύπτονται και πόσα λιγότερα άξια παρουσιάζονται σαν αριστουργήματα λόγω συμφερόντων ή γνωριμιών.
   Όχι, δεν πιστεύω ότι μπορεί η έντυπη έκδοση ποτέ να υποκατασταθεί από την ηλεκτρονική. Το βιβλίο σε χαρτί θα έχει πάντα τη μαγεία του, την αφή του, την μυρωδιά του και την ψυχή του.
    Η τάση προς την ηλεκτρονική δημοσίευση οφείλεται κατά τη γνώμη μου στο συνδυασμό δύο γεγονότων: από τη μία η διαρκής έκρηξη του διαδικτύου με την εξάπλωση και την ταχύτητά του να μεγαλώνει συνεχώς και από την άλλη η οικονομική κρίση με αποτέλεσμα την στενότητα των εκδοτικών οίκων και την ελάττωση των εκδιδομένων συλλογών. 

Ας πάμε λίγο τώρα στον τρόπο με τον οποίο γράφεις. Γιατί επιλέγεις τη φόρμα του ολιγόστιχου, κατά κύριο λόγο, ποιήματος και του μικρού σε έκταση στίχου, αν φυσικά υπάρχει συνειδητή επιλογή ;

     Από μικρός θαύμαζα τους Ποιητές, διότι μπορούσαν μέσα σε λίγους στίχους να γράψουν όσα άλλοι έγραφαν σε ένα βιβλίο. Μου φαινόταν εκπληκτικό το ότι ενώ τελείωνα την ανάγνωση, οι στίχοι ''συνέχιζαν'' μέσα μου για μέρες. Συμπλήρωνα, αφαιρούσα, ρωτούσα και συνομιλούσα με τον Ποιητή. Κοντολογίς, γιατί τα ποιήματα χρίζουν προσωπικής συμμετοχής. 
   Όσον αφορά στα δικά μου, αν και έχω αρκετά με μεγάλη έκταση, συνήθως επιλέγω ολιγόστιχα διότι μέχρι να φτάσω σ’ ένα επιθυμητό αποτέλεσμα έχει περάσει μεγάλη περίοδος ψαλιδίσματος. Πολλές φορές αν όχι πάντα, παρόλο που δημοσιεύεται κάποιο, συνεχίζει να μου φαίνεται φλύαρο, υπερβολικό ή ότι κάποια στροφή ή λέξη θα μπορούσε να αφαιρεθεί. 
    Οπότε για να απαντήσω και στην ερώτηση, προτιμώ μικρά σε έκταση ποιήματα για να αφήνω μεγαλύτερο άνοιγμα στη συζήτηση με τον αναγνώστη. Προτιμώ να τα γράφω μαζί με όσους μπουν στον κόπο να τα διαβάσουν.



Θα μπορούσες, τέλος,  με  δύο τρεις  στίχους  από ένα ποίημα  σου να  δώσεις συμπυκνωμένα την  εικόνα του  ανθρώπου  Ε.Μύρωνα; 

Δύσκολη ερώτηση.Ίσως οι παρακάτω:

«Καβαλάρηδες φασμάτων
πασχίζουμε μ' ένα δόρυ,
να τρυπήσουμε την
παλαιόθεν πανοπλία του αδιαφόρετου»
 από ένα άτιτλο που είχα γράψει.

 Και από ένα άλλο ποίημα, το «Ξόρκι»:


«Θα σκύψω μόνο για να
φιλήσω τον ουρανό
για κανένα άλλο λόγο
για κανένα ιερό χώμα


Κι αν δε μας κάνει,
θα σκάψουμε μέσα του
να βρούμε άλλον,
με καινούργιο χρώμα»


Σ' ευχαριστώ  πολύ 

Εγώ ευχαριστώ για τη φιλοξενία 





Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

Κώστας Τσιαχρής ¨Η Μπαλάντα των αρτιμελών ποιητών"




Αφού δεν έχετε μια τοσηδά αναπηρία
να γράφετε ας πούμε με ουρανό
χωμένο στα μανίκια
δίχως χέρια μήτε αφή
δεν είστε ευπρόσδεκτοι σ' αυτή την κάστα
Αυτό που πρέπει
τη λαχτάρα του αναγνώστη
δεν την ακουμπάτε μ'επιφώνημα βαθύ
Αν όμως ίσως λέγατε ευφράδειες
με κομμένη γλώσσα ;
Αν κάποιο τικ μπορούσε
να τραντάξει τα οστά σας
κλείδες γνάθους ή ταρσούς ;
Αν τρέλαιναν την ακοή σας
ντεσιμπέλ μιας άλλης νοημοσύνης
ένα σκάψιμο  ως τα έγκατα
του ψεύδους ή έστω του ονείρου ;

Εις μάτην

Τη θλιβερή σας αρτιμέλεια κρατήστε
Το πολύ να σας πετάξει κάποιο κέρμα
ένας φιλάνθρωπος σεισμός
και για λιγάκι
να φανεί  ένα ρήγμα στη γραφή σας



Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2016

Κώστας Τσιαχρής "Λευκόνοικο"




Εδώ το βάθος
κλέβει από  την επιφάνεια
Κυλιούνται σπίτια  στον ασβέστη
Αφανίζονται οι ρωγμές τους
Ανεβαίνει ένα ερώτημα
στους τοίχους
"Muss es sein?"
με το κουαρτέτο
του Μπετόβεν
Κάθεται στη θέση
του καθρέφτη
κι ίσως φταίει το φως
που πέφτει
κι ανακρίνει
Γιατί τα χώματα γυρνούν σελίδες;
Γιατί να κανονίζουν το καφέ
το γαλανό το πράσινο αλλιώς;

Εδώ δεν προλαβαίνει το μελάνι
να καρφώσει λέξεις
Μόνο οι γλώσσες που μετρούν
"Σε πόσα στόματα χωράμε;"
Μόνο τα στόματα που ταλαντεύονται
"Ποια γλώσσα θ' απομείνει;"
Και κάτω απ'το φεγγάρι
το  ρηγόπουλο της Κύπρου
με το κράνος  και τη ζωγραφιά του σέρνει
τον  Έρωτα δεμένο πίσω από τ' αμάξι
Φορτώνει στίχους απ' τον Ερωτόκριτο
Ασημένια γράμματα
που τρίβουν το σκοτάδι
και πετάει σπίθες

Εδώ ας σταθούμε
κι ας σου μάθω  τη φωτιά
μαζί μου να την καις  να την αγγίζεις
Κι  ας  σου βγαίνουν
απ' τα δάχτυλα
καινούργιες μέρες

[Από  τη συλλογή "Αιμοπετάλια"]



Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2016

William Faulkner "The sound and the fury"







Γράφει  ο Κώστας  Τσιαχρής

     ToThe sound and the fury” , το κορυφαίο ίσως έργο του Αμερικανού  Νομπελίστα  συγγραφέα Willian Faulkner, εκδόθηκε  το  1929,  ακριβώς τη χρονιά κατά την οποία  ξέσπασε η μεγάλη οικονομική κρίση στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Αναφορές  στην  οικονομική  ατμόσφαιρα πριν από το ξέσπασμα της κρίσης   γίνονται άλλωστε στο τρίτο  κεφάλαιο του μυθιστορήματος, όπου  ο αφηγητής  Τζέησον , ένας  από τους  γιούς  της οικογένειας  Κόμπσον, περιγράφει εμμέσως την εξάρτηση των  αγροτών  του Νότου  από το Χρηματιστήριο  Βάμβακος της  Νέας Υόρκης και τους Εβραίους κερδοσκόπους . Ο χώρος στον οποίο εξελίσσεται η πλοκή είναι ο συντηρητικός  αμερικανικός  Νότος, και  συγκεκριμένα  το  Jefferson του  Μισσισσιππή . Δίνεται έτσι η ευκαιρία στον Faulkner να σκιαγραφήσει το πορτρέτο  μιας  παρακμασμένης  κοινωνίας, μέσα στην οποία συμβιώνουν η άρχουσα τάξη των λευκών και  η κοινωνικά υποβαθμισμένη των μαύρων. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον  ο αμοραλισμός  διαχέεται με γοργά βήματα και αποκαθηλώνει την εικόνα των   χριστιανικά ενάρετων λευκών Αμερικανών. Ο Faulkner ξεσκεπάζει με τολμηρό τρόπο τα αιμομικτικά σύνδρομα, τις ρατσιστικές προκαταλήψεις, τον κυνισμό, τη διάλυση της οικογενειακής συνοχής, το εσωτερικό κενό των ανθρώπων της μεταβιομηχανικής εποχής.
     Το  μυθιστόρημα «εξιστορεί» με έναν ιδιόρρυθμο αφηγηματικό τρόπο την περίπου  τριαντάχρονη  ιστορία των  Κόμπσον, μιας  ξεπεσμένης αριστοκρατικής οικογένειας του Νότου , η οποία παλεύει να συντηρήσει τη φήμη της, χωρίς τελικά να τα καταφέρνει, καθώς οδηγείται σταδιακά στην οικονομική καταστροφή και  η μοίρα αρκετών μελών της έχει τραγική κατάληξη. Στο τέλος οι   Κόμπσον διαλύονται, καθώς ο πατέρας  Τζέησον Κόμπσον πεθαίνει, η μητέρα  Καρολάιν μοιάζει να έχει παραιτηθεί από τη ζωή, και από τα τέσσερα παιδιά , ο διανοητικά ανάπηρος   Μπέντζυ  κλείνεται  σε  άσυλο, η κόρη  Κάντυ το σκάει, για να παντρευτεί τον εκλεκτό της (ο οποίος αργότερα,λόγω αμφιβολιών για την πατρότητα του παιδιού τους, εγκαταλείπει τη γυναίκα και το παιδί του) , ο ρομαντικός Κουέντιν, για τις σπουδές  του οποίου  στο  Χάρβαρντ η οικογένεια πουλάει την ακίνητη περουσία της, αυτοκτονεί, ενώ  ο  μεγαλύτερος γιός Τζέησον χάνει τις οικονομίες μιας  ζωής, όταν η κόρη της Κάντυ Κουέντιν κλέβει τα χρήματα  και ακολουθώντας τα χνάρια της μητέρας της, φεύγει με έναν θεατρίνο ενός περιπλανόμενου θιάσου. Το βιβλίο απαρτίζεται από τέσσερα κεφάλαια, το καθένα από τα οποία τοποθετείται χρονικά σε  μία συγκεκριμένη μέρα  και στο οποίο υιοθετείται μία διαφορετική  αφηγηματική τεχνική, και από ένα είδος οδηγού με την ιστορία των βασικότερων μελών της οικογένειας από το 1699 .
    Στο πρώτο κεφάλαιο, το ρόλο του αφηγητή αναλαμβάνει  ο Μπέντζυ. Ως εκ τούτου η αφηγηματική σκοπιά προσαρμόζεται  επιδέξια  από τον Faulkner στα δεδομένα του  εγκεφάλου  ενός  διανοητικά καθυστερημένου. Τα χρονικά  επίπεδα διαπλέκονται, ακριβώς επειδή ο αφηγητής αδυνατεί να τα διαχωρίσει. Παρελθόν και παρόν συνυπάρχουν  στο μυαλό του ως  μία αξεδιάλυτη μάζα, μέσα στην οποία στριφογυρίζουν, πολλές  φορές επαναλαμβανόμενα, σκηνές από τη ζωή του  ίδιου  και των μελών της οικογένειάς του. Επικρατεί, επομένως, ένα είδος άναρχης καταγραφής εικόνων, σκέψεων  και  συναισθημάτων. Ο Μπέντζυ αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα με έναν καθαρά  αισθητηριακό  τρόπο. Ό,τι  μπορεί να συλλάβει μέσω των αισθήσεων, ερμηνεύεται ως ζώσα  πραγματικότητα   στη συνείδησή του: οι σκιές  περπατούν, η φωτιά ανάβει πάνω στον καθρέφτη, τα σκαλοπάτια κατεβαίνουν από μόνα τους, το ποτό κατρακυλάει μέσα στο λαρύγγι του. Η μεταφορική  λειτουργία της γλώσσας δε χρωματίζει απλώς ποιητικά και  συγκινησιακά  την αφήγησή του, αποτελεί φυσιολογική προέκταση του ιδιόρρυθμου τρόπου με τον οποίο ερμηνεύει τα συμβάντα γύρω του.
     Στο δεύτερο κεφάλαιο μεταφερόμαστε  χρονικά  στο  1910. Εδώ αφηγείται ο  Κουέντιν και ακολουθείται η τεχνική  του εσωτερικού μονολόγου, από την  οποία  επηρεάστηκαν   αργότερα  συγγραφείς όπως ο  James Joyce  και  η   Virginia  Woolf, αλλά και ημεδαποί, όπως ο Στρατής Τσίρκας, ο Στέλιος Ξεφλούδας ή  ο Νίκος  Γαβριήλ Πεντζίκης. Ο Κουέντιν είναι μία καθαρά ρομαντική φύση. Ο μεγάλος του αντίπαλος φαίνεται να είναι ο χρόνος, τον οποίο προσπαθεί να παρακάμψει με κάθε δυνατό μέσο. Σπάζει το ρολόι του, για να απαλλαγεί από τον βασανιστικό έλεγχο των λεπτοδεικτών , χωρίς να τα καταφέρνει. Κυνηγάει τον χρόνο με μία Δονκιχωτική εμμονή και στο τέλος απομένει να ακούει τους κτύπους που τον σημαίνουν σαν επιβεβαίωση της αναπότρεπτης πορείας  προς το τέλος. Στην αφήγηση του Κουέντιν συνυφαίνονται δύο κυρίαρχα  συμβάντα, η ζωή  του  στο  πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ  και  το παρελθόν της οικογένειάς του στο Τζέφερσον, ιδιαίτερα η σχέση του με την αδελφή του Κάντυ. Και εδώ εγκαταλείπεται η γραμμικότητα στην αφήγηση, αν και σε αντίθεση με το πρώτο κεφάλαιο  η διάκριση των χρονικών επιπέδων είναι  περισσότερο  εύκολη. Ο Κουέντιν είναι εξαιρετικά εύστροφος  και το μυαλό του φαίνεται να μεταπηδά με περισσή ευκολία και  εξαιρετική επιδεξιότητα από το ένα συμβάν στο άλλο. Μέσα στο μυαλό του ακροβατούν γεγονότα, όπως η πικρία για την απώλεια της παρθενίας της αδελφής του Κάντυ, η προστατευτική στάση του απέναντί της, η άγνοια της Κάντυ για τον πραγματικό πατέρα του παιδιού της, ο γάμος της με τον Χέρμπερτ Χεντ,  η επίμονη  ιδέα της αιμομιξίας,  η απόφασή του να αυτοκτονήσει με πνιγμό,  η πώληση του λιβαδιού του Μπέντζυ, προκειμένου να σπουδάσει εκείνος στο Χάρβαρντ, η περιπλάνησή  και η συνάντησή του με ένα μικρό  κορίτσι που ανήκε σε μία οικογένεια Ιταλών μεταναστών. Στην τελευταία, μάλιστα, περίπτωση ο Κουέντιν εκδηλώνει την απωθημένη επιθυμία του για την αδελφή του μέσω της προστατευτικής του στάσης απέναντι στο κορίτσι. Προς το τέλος του δεύτερου κεφαλαίου, παρατηρούμε ότι στην  αφήγηση του Κουέντιν  εγκαταλείπεται  εντελώς κάθε προσπάθεια διευκόλυνσης του αναγνώστη όσον αφορά στην παρακολούθηση των σκέψεων ή των συνειρμών του αφηγητή. Οι συντακτικοί κανόνες αίρονται, οι φράσεις στοιβάζονται πολλές φορές χωρίς αλληλουχία, ενώ η κατάθλιψη του Κουέντιν δεν αφήνει περιθώρια  για μία ξεκάθαρη ερμηνεία των λεγομένων του.
   Στο τρίτο  κεφάλαιο, αφηγητής είναι ο  Τζέησον, ο πιο πραγματιστής από τα  αδέλφια του και  ο πλέον αδίστακτος. Εδώ διαφωτίζονται περισσότερο το παρελθόν και το παρόν της  οικογένειας Κόμπσον και η αφήγηση, παρόλο που γίνεται σε πρώτο πρόσωπο και από την οπτική γωνία ενός συγκεκριμένου προσώπου, αποκτά περισσότερο γραμμικό χαρακτήρα, συμφωνώντας, από την άποψη αυτή, με το βασικό γνώρισμα της προσωπικότητας του αφηγητή, που είναι η σχεδόν κυνική ευθύτητα. Ο Τζέησον μιλά χωρίς περιστροφές, λέει τα πράγματα έξω από τα δόντια, με έναν τρόπο ενοχλητικά ωμό. Σε αντίθεση με τα άλλα αδέλφια του, απεχθάνεται την αδελφή του Κάντυ, ενοχλείται από τα καμώματα της κόρης της Κουέντιν, επιθυμεί τον εγκλεισμό του Μπέντζυ  στο άσυλο του Τζάκσον. Μετά το θάνατο του πατέρα του, είναι εκείνος που συντηρεί την εναπομείνασα  οικογένειά του (χρονικά βρισκόμαστε στο 1928, μία μέρα πριν από την αφήγηση του Μπέντζυ) και είναι το εκλεκτό παιδί της μητέρας του. Ο πραγματισμός του τον κάνει να λατρεύει  τα χρήματα και να φτάνει στο σημείο να αποσπά ποσά από τις επιταγές που  έστελνε η Κάντυ στην κόρη της Κουέντιν. Στο τέλος, ως ένα είδος  αποκατάστασης της δικαιοσύνης, ο Τζέησον τιμωρείται, όταν η Κουέντιν κλέβει τις «οικονομίες» του και  εγκαταλείπει το σπίτι.
     Στο  τελευταίο κεφάλαιο, ο Faulkner επιλέγει την κλασική  τριτοπρόσωπη αφήγηση, αναδεικνύοντας κυρίως την προσωπικότητα της  Ντίλσυ, της νέγρας υπηρέτριας  του σπιτιού. Η Ντίλσυ ως χαρακτήρας βρίσκεται στον αντίποδα  του κυνισμού, τον οποίο αντιπροσωπεύει ο Τζέησον. Διακατέχεται από  μία βαθιά πίστη στο Θεό και στον άνθρωπο. Στο πρόσωπό της ο συγγραφέας σκιαγραφεί τον αντίποδα της παρακμής  της οικογένειας Κόμπσον. Με ένα βαθύ ανθρωπιστικό ενδιαφέρον φροντίζει, μαζί με τον εγγονό της Λάστερ, τον διανοητικά καθυστερημένο Μπέντζυ, ενώ ταυτοχρόνως, και παρόλο που βρίσκεται εν έτει 1928 σε μεγάλη ηλικία, εκτελεί αγόγγυστα τις οικιακές εργασίες και  ανέχεται τις ιδιοτροπίες της οικοδέσποινας  Καρολάιν.
    Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς ότι σε κάθε κεφάλαιο επιχειρείται η εφαρμογή μιας  διαφορετικής αφηγηματικής προσέγγισης, καθώς και η ανάδειξη μιας συγκεκριμένης περιοχής του ανθρώπινου εγκεφάλου. Στο πρώτο κεφάλαιο κυριαρχεί το νηπιακό στάδιο αντίληψης των πραγμάτων, στο δεύτερο η ποιητική ερμηνεία της πραγματικότητας από ένα αγριεμένο εφηβικό μυαλό, στο τρίτο η προσγείωση στο ρεαλισμό της ενηλικίωσης  και στο τελευταίο η εγκαρτέρηση που οδοιπορεί μαζί με τη φθορά.
    Συνολικά, το The Sound  and  the Fury, τον τίτλο του οποίου εμπνεύστηκε ο  Faulkner από  ένα  απόσπασμα του  Μάκβεθ του  Σαίξπηρ, είναι ένα «αφηγηματικό κολλάζ» που μπορεί αρχικά να θέτει δυσθεώρητα εμπόδια στην παρακολούθησή του από τον αναγνώστη, η προσεκτική, ωστόσο, και επαναλαμβανόμενη ανάγνωση, καταυγάζει τα όποια σκοτεινά σημεία και  μας φέρνει αντιμέτωπους με τα τραγικά μυστικά που συχνά κρύβονται πίσω από την πόρτα  μιας καθ’όλα ευυπόληπτης οικογένειας.



Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2016

Οι Φιλολογικές ματιές παρουσιάζουν το τραγούδι του Φθινοπώρου : Sampha "Blood on me'




Γράφει  η  Αναστασία  Μπαρδαμάσκου 

Επειδή αυτός ο χώρος, δεν είναι αποκλειστικά αφιερωμένος στην τέχνη του λόγου- τα έχουμε ξαναπεί- κι επειδή οι συνεργάτες μας είναι άνθρωποι με ποικίλα ενδιαφέροντα και ευαισθησίες, και ,φυσικά, κάθε μορφή τέχνης, όταν έχει να προσφέρει κάτι σημαντικό και , κατά τη γνώμη μας, καινοτόμο,μας συγκινεί, παρουσιάζουμε σήμερα ένα μικρό πορτρέτο ενός μουσικού που θα μας απασχολήσει πολύ στο μέλλον . Το όνομά του Sampha .Τραγουδιστής, παραγωγός και συνθέτης, από το νότιο Λονδίνο, ο  Sampha Sisay,όπως είναι το πλήρες όνομά του, έχει συνεργαστεί με εξέχοντα ονόματα,όπως η Jessie Ware, o Drake, o  Kanye West, o SBTRKT  και η  Solange Knowles. Η μουσική του κινείται στο χώρο της ηλεκτρονικής soul και τα μέχρι τώρα δείγματα που έχουμε ακούσει είναι αληθινά υπέροχα. Το "Blood on me" είναι το τρίτο  στη  σειρά  single που κυκλοφορεί, μετά από το "Too much/ Happens" του  2013 και το  "Timmy's prayer"  του 2016, και προετοιμάζει το έδαφος για το παρθενικό του album  στην εταιρεία  Young Turks με τίτλο "Process". Για  τους συνεργάτες  των Φιλολογικών  Ματιών  αυτό είναι το τραγούδι του φθινοπώρου. Ακούστε το ζωντανά στo  The late  show και έπειτα στην studio εκτέλεσή του 



Τρίτη 30 Αυγούστου 2016

H Άντη Μαραγκίνη οπτικοποιεί ένα ποίημα του Ε.Μύρωνα "Στο θέατρο"


https://www.youtube.com/watch?v=s9wKJUwjeS4

Η Άντη Μαραγκίνη είναι ποιήτρια και κριτικός, συνεργάτης  των "Φιλολογικών Ματιών". Ζει μόνιμα και  εργάζεται  στη  Ρώμη της Ιταλίας.

Στο Θέατρο

Ας έρθει
μια σκηνή μέσα στο έργο
να βαρύνει η στιγμή

Να αποκτήσει υφή,
οντότητα
και σώμα.Σχεδόν ψηλαφήσιμο.

Να ανατριχιάσουν
ακόμα και οι σκληροί
λεπτοδείκτες

Να μπερδευτούν. Να τους
σπάσει
για λίγο την πειθαρχία

Να φωνάξω "Καλώς τη"
απ'της ψυχής μου
τον εξώστη


Δευτέρα 29 Αυγούστου 2016

Νικόλας Ευαντινός


Ιατρικό ανακοινωθέν για έναν ποιητή

Ο συνήθης ασθενής
εισήχθη στο νοσοκομείο «Λευκή Σελίδα»
την ώρα που τα πουλιά αποδημούν.

Στο σάλιο του
εντοπίστηκαν φτερά κύκνου.

Η κατάσταση του κρίνεται
κρίσιμη, και το χειρότερο σταθερή,
καθώς οι λέξεις του
πετούν απροσγείωτες
δίχως το απαιτούμενο
βάρος.

Παρ’ όλα αυτά
οι αόρατες,
μες στη λευκή στολή τους, νοσοκόμες
δεν τον αφήνουν λεπτό
απ’ τα στοργικά τους μάτια.

[Από  τη  συλλογή "Μικρές Αγγελίες και Ειδήσεις" ,2008]


Στις όχθες του Ρουβικώνα

Ρουβίκωνα στα μέτρα τους
δεν βρίσκουν.
Νυχθημερόν αποστηθίζουν
στρατηγικές μαχών
συνταιριάζοντας νέφη.
Προστάγματα προβάρουν
χαμηλόφωνα
τις σπάθες ακονίζουν
βραδυκίνητα
και για να κοιμηθούν,
βάζουν σε αλφαβητική σειρά
λογής Ονομασίες
παράδρομων ασήμαντων
της Ρώμης
με μάτια άυπνα
στο κόκκινο της συγκλητικής
τηβέννου.
Στρατοπεδευμένοι
στον ίσκιο των βουνών
νιώθουν τα γένια και τα νύχια να μακραίνουν
νέοι, σφριγηλοί και ρωμαλέοι
αυτοί που δεν θα ξαναγίνουνε Ρωμαίοι.
Γιατί Ρουβίκωνα
στα μέτρα τους δεν βρίσκουν.

[Από  τη συλλογή "Ρουβίκωνας στα μέτρα μας", 2011]




Ενεός…
μπροστά στην όραση

Μια κοπέλα μεγαλώνει στα μάτια μου. Όσο τα ανοίγω, τόσο απλώνεται, εκπτύσσεται γαργαριστή σαν κάποιο πλατύμακρο ποτάμι, που τα υγραίνει. Με καθάρια υδάτινα βλέμματα κατακλύζω τον κόσμο και τα πράγματα μουσκεύουν, μαλακώνουν και παίρνουν σχήμα αληθινό.

Έτσι
πότε το σπίτι είναι ένα μεγάλο στόμα που καταπίνει σιωπές σαν ηρεμιστικά για να κοιμηθεί και πότε όχι,
πότε τα μάτια των ανθρώπων είναι ανάποδες πινέζες που εξακοντίζουν λήθη και πότε όχι,
πότε τα κορμιά κάτω από τα παλτά είναι οι πύρινοι κίονες της κόλασης, άκαυτα στην αιωνιότητα και πότε όχι,
πότε η κιθάρα είναι μια λεπτοκαρυά που στοίχειωσε στο ξύλο της των σπίνων το τιτίβισμα και πότε όχι,
πότε τα αστέρια είναι οι τρύπες που άνοιξε στον ύπνο του κόσμου το μυδραλιοβόλο του Θεού και πότε όχι,
πότε το ασταμάτητο γάβγισμα των πεινασμένων σκύλων οιωνός για κάποια παντοτινή παύση της Ιστορίας και πότε όχι.

Κι όμως στην χίμαιρα ζωή υπάρχει μια τρανή παρηγορία: η υδάτινη γυναίκα των ματιών μου που όλο μεγαλώνει, κάποτε θα σκίσει τα μάτια μου και θα νιώσει τον κόσμο έξω τους.

Τυφλός, θα είμαι ο πρόγονος μιας νέας όρασης.

[Από τη συλλογή  "Ενεός" , 2012]



Βόλτα
Τα δυο σκυλιά που ζουν στο διπλανό διαμέρισμα
ανελλιπώς κάθε μέρα
βγάζουνε βόλτα τη γειτόνισσά μου
για να κάνει την ανάγκη της: να πάρει ανάσα.
                                         
Εκείνη την ώρα οι πλανήτες ευθυγραμμίζονται
για περίπου δυο δευτερόλεπτα
κι ακούγεται από τα αυτιά της
το χορωδιακό των αγέννητων παιδιών της:
του ύπνου που δεν τα πήρε ποτέ,
του φιλιού που δεν τα άγγιξε ποτέ,
της ρώγας που δεν τα τάισε ποτέ.

Όταν τα δυο σκυλιά επιστρέφουν
η πόρτα κλείνει σαν να ’ναι κάθε φορά η τελευταία.

Όμως τα πεσμένα «ποτέ»,
σκόρπια στις γωνιές και στις κολώνες
δημιουργούν προβλήματα στους πεζούς ανθρώπους.
Προβλήματα που οι πεζοί με μια σκούπα
και μια χριστοπαναγία
λύνουν στο λεπτό 

[Από τη συλλογή "Λιγωσάδικο" , 2016]


Αφημένος στο πλάτος της λέξης, στο άνοιγμα κι όχι στο κλείσιμό της  μέσα σε καθορισμένες  διαστάσεις, ο Νικόλας  Ευαντινός τραβάει το χαλάκι κάτω από τα πόδια της ποίησης και την αφήνει να γλιστρήσει πάνω σ’ ένα άκρως ολισθηρό δάπεδο, απολαμβάνοντας  το θριαμβευτικό τσάκισμά  της, τον ανασκολοπισμό της στην αιχμηρή εκδοχή του όντος. Αυτό το ον ο ποιητής το περιεργάζεται στο στροβίλισμά του, στη μετατόπισή του από ένα σημείο  πιθανότητας  σε ένα  σημείο τέλεσης, στην εκτύλιξη  και στη συσπείρωσή του, και του παραχωρεί  όλα τα προνόμια  του ανθρώπινου εσωτερικού χώρου, τις αισθήσεις, τις απεκκρίσεις, τους βαλλισμούς, τα  νοητικά περιγράμματα, τα μακροβούτια στο υποσυνείδητο, τις αλγηδόνες και τις χαρμονές. Σπουδάζει το ον  ενεός, ηθελημένα αδέξιος, ξαστοχεί την αποθησαυρισμένη στο μυαλό εικόνα του και επιστρέφει σε μια περίπου  εμβρυική διαισθητική  ερμηνεία της ζωής. Έτσι, η ποίηση, στην εκφορά της από τον Ευαντινό, προβάλλει ως ένας άγουρος κόσμος που δεν κραυγάζει αλλά συναντά  με αυτοπεποίθηση   την ωριμότητά του. Κι αν έκανα μια απόπειρα να τοποθετήσω υφολογικά κάπου τον  ποιητή, θα του όριζα τη θέση του ανάμεσα στον ώριμο υπερρεαλισμό  του Νάνου Βαλαωρίτη και στη  συγκρατημένη έκσταση του Αργύρη  Χιόνη.
Κώστας  Τσιαχρής


Ο  Νικόλας Ευαντινός είναι  μία  πολύ ενδιαφέρουσα  καινούργια ποιητική φωνή. Η  πρώτη του συλλογή ποιημάτων δημοσιεύθηκε το  2008 με τον τίτλο «Μικρές αγγελίες και ειδήσεις». Η ποίηση του Ευαντινού  κλίνει περισσότερο προς την πρόζα, δεδομένου ότι ο ποιητής αναπτύσσει το λόγο  του σε  μεγάλης έκτασης στίχους, με αποτέλεσμα τα ποιήματα να θυμίζουν περισσότερο μικρά  πεζογραφήματα. Επιπλέον , παρατηρείται ότι επιλέγονται  πρωτότυποι  εκφραστικοί τρόποι, χωρίς όμως τις υπερβολές και τις  καταχρήσεις που συναντούμε σε πολλούς ποιητές  της  τελευταίας  δεκαετίας, ως συνέπεια της επίδρασης που άσκησε  σε αυτούς το ύφος της Κικής Δημουλά. Ο Ευαντινός, αντίθετα, κρατά  ισορροπίες ανάμεσα σε αυτό που μπορεί να προταθεί ως πρωτοτυπία και  σε αυτό που  πατά γερά στο έδαφος της  ποιητικής μας  παράδοσης, και γι’ αυτό η αμεσότητα του λόγου είναι αβίαστη και όχι επιτηδευμένη.  Μετά την πρώτη του συλλογή κυκλοφόρησαν  επίσης τα έργα του «Ρουβίκωνας στα μέτρα μας», «Ενεός» και το φετινό «Λιγωσάδικο».
Μαρίνος  Μισόκαλος