Εμφανιζόμενη ανάρτηση

Η μόνη κληρονομιά

  Ένα ισχνό χαμόγελο  είναι κρυμμένο κάτω από το κράνος μου  Και τρέμει  Τις οβίδες που σφυρίζουν στον αέρα  και συντρίβουν τις ζωές  που κέ...

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016

Διονύσης Μαρίνος "Memento mori I"



Έρχομαι από πολύ μακριά
από το τύμπανο της μασχάλης σου
έρχομαι

κι από τη σπάνια τάξη
του λαιμού
έχω δρόμο μπροστά μου
πόλεις και σπίτια να διανύσω
σύννεφα να μασήσει η φωνή μου
κι άλλων χεριών το μελάνι
να ξεφυλλίσω
μέχρι τα μάτια σου
να φτάσω
θα μ’ έχει χτυπήσει η ζωή
και το νερό της επαύριον
η νύχτα θα με θέλει
η κλεισμένη πατρίδα μου
κι ο χρόνος:
ψίχουλο στο σαγόνι

Γράφει ο Κώστας  Τσιαχρής  για το ποίημα 

Η Οδύσσεια στο ξένο σώμα . Περιπλάνηση από μέλος σε μέλος μέσα στην αφαίρεση του λόγου, σ'ένα τοπίο αρμολογημένο από σκόρπιες εικόνες. Είναι πολύς ο δρόμος ως  την πηγή του ορατού , ως τα μάτια ,που είναι ο τελικός προορισμός .Πιο πριν χρειάζεται να διανυθεί το γήινο [πόλεις ,σπίτια] και το αιθέριο [σύννεφα], να αλλάξει χέρια η εμπειρία , να μιλήσει το μελάνι της , η σκοτεινιά της. Αλλά ο Διονύσης Μαρίνος , πάνω από όλα εδώ , πραγματεύεται με τον ποιητικό τρόπο μια αναθύμηση θανάτου . Πίσω από την όποια κίνηση προς κάτι ζωντανό , παραφυλάει το "νερό της επαύριον" , ένας μεταφυσικός κλήρος που πρέπει να παραδοθεί στον παραλήπτη του. Και ασφαλώς ο χρόνος ,παρόλο που η αρχική εντύπωση της περιπλάνησης υπόσχεται ένα αδιάκοπο ξετύλιγμά του , μία διάσταση που συγγενεύει με το άπειρο , στο τέλος του ποιήματος σμικρύνεται , κατεβαίνει τις κλίμακες του αχανούς και περιορίζεται μέσα στο σχήμα ενός συμβόλου [ψίχουλο] που παραπέμπει σε κάτι μηδαμινό , σχεδόν ενοχλητικά κι απρόσεκτα  παρατημένο πάνω στην επιφάνεια της ζωής.


Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

Karin Maria Boye "Evening prayer"






Σε  μετάφραση  του  Κώστα  Τσιαχρή

                         Απογευματινή  προσευχή 

Καμία  ώρα σαν κι  αυτή 
του απογεύματος  την ακρινή  την ώρα , σιωπηλή
Δεν καίνε πια  οι  λύπες
Οι  φωνές του πλήθους 
δεν υπάρχουν πια 

Τώρα λοιπόν πάρε μέσα  στα χέρια  σου
σαν ένα ενθύμιο 
αυτή τη μέρα που η καρδιά της έπαψε
Γιατί  το ξέρω : μόνο σε καλό  θ' αλλάξεις 
ότι κράτησα  ή άφησα να σπάσει  

Διάβολος  ό,τι  σκέφτομαι  Διάβολος ό,τι κάνω
μα όλα εσύ τα θεραπεύεις  
όλα τα εξαγνίζεις 
Τις μέρες  μου ύστερα  χαλίκια 
τις αλλάζεις  σε  ατίμητα πετράδια 

Μα πρέπει να σηκώνεις πρέπει 
πάνω σου να κουβαλάς
Κι εγώ μπορώ  μονάχα  απομεινάρια 
πίσω μου ν' αφήνω 
Πάρε κι οδήγησέ  με , στάσου πιο κοντά
Δείξε μου αυτό που ίσως 
μου ετοιμάζεις  για μετά 




Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016

Τάσος Πορφύρης "Δάσος"




Τελικά έτσι τα κατάφερα ν' αφήσω μια δουλειά μισο-
Τελειωμένη
και ν' αρχίσω άλλη 
Με σένα  πίσω από κάθε πόρτα 
Το  είδωλό σου σε κάθε καθρέφτη 
Τρελλαίνοντάς  με 
Ξεφλουδίζοντας  τον ύπνο μου
Μασουλώντας  το από μέσα των ονείρων 
Βρες έναν τρόπο να με λυτρώσεις 
Να ξυπνώ και να'μαι το αύριο
Γιατί μετρώ τα χρόνια μου και μένει
Ένας  βροχερός  Οχτώβρης  και μια 
Μεγάλη περιπλάνηση στις ακρογιαλιές  του  κορμιού σου
Πού να  σε  μεταφυτέψω να φθίνεις χρόνο με το χρόνο 
Γιατί εδώ ρίζωσες  και θέριεψες 
Λουλουδίζεις χειμώνα καλοκαίρι 
Καταργώντας  τις εποχές
Σκάνε  οι καρποί  σου τις νύχτες  πολύχρωμα  βεγγαλικά
Γεμίζοντας  ένα γύρω την έκταση 
Θα  γίνεις  δάσος  και θα πνίξεις  το σπίτι
Θα με σταυρώσεις  στα κλωνάρια  του 



Γράφει  ο Κώστας  Τσιαχρής  για το ποίημα :
Ω  δε χρειάζεται να πασχίσει πολύ  η μικρή ρίζα , το ματάκι πάνω στον κορμό , το τρυφερό  αγκάθι ,το  μπουμπούκι  που  οργιάζει , το φύλλο  μέσα στην άγουρη τελειότητά  του , το κλωνάρι καθώς προεκτείνεται  και  κόβει την  ανάσα  του  αγέρα, για να γίνει το  μικρό σπαθί  Δαμόκλειος  Έρωτας , να στέκεται πάνω απ' την ακινησία - να τη φοβερίζει , να γίνει  η  αθώα   πρασινάδα  δάσος . Μόνο έτσι ,πνίγοντας  , περικυκλώνοντας , αγκαλιάζοντας , ορμώντας , θεριεύοντας , ανασηκώνεται  μέσα  στο μυαλό  η απόφαση  για  την οριστική παραίτηση . Παραίτηση από κάθε υποψία  απαλλαγής της έμμονης  ιδέας. 






Τάσος Λειβαδίτης 'Έρωτας"




Όλη τη νύχτα πάλεψαν απεγνωσμένα να σωθούν απ' τον εαυτό τους,
δαγκώθηκαν  , στα  νύχια  τους μείναν κομμάτια δέρμα , γδαρθήκανε 
σαν δυο ανυπεράσπιστοι  εχθροί , σε μια στιγμή , αλλόφρονες ,ματωμένοι,
βγάλανε μια κραυγή
σα ναυαγοί ,που, λίγο πριν ξεψυχήσουν , θαρρούν πως βλέπουν φώτα ,
κάπου μακριά.

Κι όταν ξημέρωσε , τα σώματά τους  σα δυο μεγάλα  ψαροκόκκαλα
ξεβρασμένα στην όχθη ενός  καινούργιου  μάταιου πρωινού 





...Έρωτας ; ή τελικά μια βούληση προς την αφαίμαξη κάθε ίχνους ζωής , προκειμένου να βιωθεί το ανεπανάληπτο ; Κι από ποιον άραγε να κρυφτεί κανείς κατά το σμίξιμο των σωμάτων , αν όχι από τον ίδιο του τον εαυτό , τον οποίο κουβαλάει σα βάρος σε τέτοιες ώρες που απαιτείται η έκσταση; Και για τούτο , τα τεκμήρια είναι μόνο επώδυνες σωματικές εκδηλώσεις : δαγκωματιές , γδαρσίματα , λάφυρα σάρκας πάνω στα νύχια. Αντί για το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα , τη "φιλότητα" , απομένει το "νείκος" , μια απόσταση που εκτονώνεται μέσα από πολεμικές ιαχές ή μια ψευδαίσθηση σωτηρίας . Αλλά το ξημέρωμα βρίσκει πάντα αντί για ολοκληρωμένες αισθήσεις τ' απομεινάρια τους .Μια έλλειψη .Έναν σκελετό. Και το χειρότερο όλων είναι πώς αυτή η παράσταση επαναλαμβάνεται πάντα με κάθε νέα αναλαμπή της επιθυμίας . 


Κώστας  Τσιαχρής 



Τρίτη 15 Μαρτίου 2016

Ζήσης Αϊναλής "Για μια στιγμή πίστεψα στην αιωνιότητα"





Για  μια στιγμή πίστεψα  στην αιωνιότητα 
που τα μάτια  μου κρεμασμένα  στα χείλια σου
διασχίζοντας  μέρες και νύχτες  το πρόσωπό  σου
κρυμμένο   στις  φλέβες  μου
έχοντας  κρύψει  τον ένα μου εαυτό
πιο βαθιά
θησαυρό στα  χαλάσματα 
που μόνο εσύ  ξεκλειδώνοντας  
είδα
μεσ' απ' τα μάτια σου  βλέποντας 
που πέφτοντας  άμμος ένα ένα της μάσκας μου 
τρίμματα 
που εξατμίζοντας  έμεινες  σταγόνες  στη νύχτα μου 
σε κάποιο  σκοτάδι 
αχρείαστο τώρα το νέο  μου πρόσωπο 
νεκρό κάπως πρέπει να  θάψω 

[Από  την ποιητική συλλογή  "Μυθολογία"  εκδόσεις  ΠΑΝΟΠΤΙΚΟΝ]

Ιδού μια δοκιμή ανατομίας του πάθους . Ας με συγχωρήσει ο δημιουργός για τον όρο "δοκιμή" ,δεν υπονοώ κάτι ατελές . Απλώς σε κάθε έργο , ακόμη και στο ευρύτερα αποδεκτό ως τέλειο , αναγνωρίζω μια βούληση , μια βαθιά επιμονή για ουσιαστική προσέγγιση της ομορφιάς του λόγου . Ανατέμνοντας τη σκοτεινή παρόρμηση , το spleen του Baudelaire , τις ρομαντικές σκιές και το μυστικιστικό βάθος του Ρίλκε στις "Ελεγείες του Ντουίνο" , παρακολουθώντας στενά την ύφανση του τραγικού λόγου και κοιτάζοντας το μύθο στη σπερματική του διάσταση , ο Ζήσης Αϊναλής , ποιητής -διάκονος ενός μοντέρνου ρομαντικού λυρισμού , βαδίζει στις λέξεις του με άγρυπνο μυαλό και συνταιριάζει σ' αυτές έναν τόνο φασματικό και την ίδια στιγμή ρεαλιστικό .

Κώστας  Τσιαχρής
[Ν.Ν]





Κυριακή 13 Μαρτίου 2016

Οι Φιλολογικές Ματιές προτείνουν το τραγούδι της ημέρας : Radiohead How to disappear completely



Εξαφανίζομαι ...Ένα ρήμα πικρό αλλά και τόσο δυνατό ,ειδικά όταν δεν έχεις όνομα ,όταν επιλέγεις να μείνεις "ο κάποιος".Είναι μια επίδειξη δύναμης αυτή ,μια λέξη απειλητική .Όχι πως αν υπήρχε ένα όνομα θα άλλαζε κάτι . Είναι η επιθυμία το πιο τρομαχτικό ,η θέληση να εγκαταλείψεις κάποιον,μόνο και μόνο επειδή είναι αληθινός κι η αλήθεια του είναι ένα φορτίο που δε θέλεις να το κουβαλήσετε μαζί . Και στο τέλος περιμένει πάντα η μοναξιά ,αυτό το γνώριμο θηρίο ...

Παρασκευή 11 Μαρτίου 2016

Κώστας Τσιαχρής "Το τελευταίο παιχνίδι"


Καθόμαστε σε διπλανά καθίσματα
Στο θέατρο Πρώτη σειρά 
Ορίζει ο καθένας μας το σώμα του το κάθισμά του 
Θα σε λέω Χαμ και θα με λες Κλοβ
Και δεν είναι παιχνίδι αυτό που θα παίξουμε
μήτε απόδραση απ' ό,τι κουβαλάμε 
Θα' ναι όλα στο πλάι μας
Σα χρόνος που θα καταρρεύσει όταν πρέπει 
Αλλά βρισκόμαστε κι οι δυο σε μια στιγμή αναπηρίας
Δε μιλάμε Μόνο γράφουμε το τίποτα 
Είναι σιωπή τα φώτα χαμηλώνουν 
η παράσταση μας παρακολουθεί
Τα λόγια των ηθοποιών δε λέγονται τυχαία 
Πάνω απ' τα καθίσματά μας  
μεταξύ των προβολέων και των άστρων 
περιμένει μια αυλαία
Κανείς δεν ξέρει και δεν έχει σημασία
ανασηκώθηκε μας πέταξε 
χωρίς καμία πρόβα σ' ένα όριο της ζωής 
Δεν έχει τέρμα και δεν έχει αρχή 
Είναι τα πάντα εγκλωβισμένα σε μια μέση


Πώς να γινόταν όμως πώς ; 
Να έπαιρνα μια πέτρα και να σπάσω τον αέρα
που βουβαίνει πάντοτε τα λόγια μας 
και δεν τ΄αφήνει να μιλήσουν ;
Δεν έχει τέρμα και δεν έχει αρχή 
Είναι τα πάντα εγκλωβισμένα σε μια μέση 


Ν.Ν. [ Σε αυτό που είναι το μόνο πράγμα ...]