δαγκώθηκαν , στα νύχια τους μείναν κομμάτια δέρμα , γδαρθήκανε
σαν δυο ανυπεράσπιστοι εχθροί , σε μια στιγμή , αλλόφρονες ,ματωμένοι,
βγάλανε μια κραυγή
σα ναυαγοί ,που, λίγο πριν ξεψυχήσουν , θαρρούν πως βλέπουν φώτα ,
κάπου μακριά.
Κι όταν ξημέρωσε , τα σώματά τους σα δυο μεγάλα ψαροκόκκαλα
ξεβρασμένα στην όχθη ενός καινούργιου μάταιου πρωινού
...Έρωτας ; ή τελικά μια βούληση προς την αφαίμαξη κάθε ίχνους ζωής , προκειμένου να βιωθεί το ανεπανάληπτο ; Κι από ποιον άραγε να κρυφτεί κανείς κατά το σμίξιμο των σωμάτων , αν όχι από τον ίδιο του τον εαυτό , τον οποίο κουβαλάει σα βάρος σε τέτοιες ώρες που απαιτείται η έκσταση; Και για τούτο , τα τεκμήρια είναι μόνο επώδυνες σωματικές εκδηλώσεις : δαγκωματιές , γδαρσίματα , λάφυρα σάρκας πάνω στα νύχια. Αντί για το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα , τη "φιλότητα" , απομένει το "νείκος" , μια απόσταση που εκτονώνεται μέσα από πολεμικές ιαχές ή μια ψευδαίσθηση σωτηρίας . Αλλά το ξημέρωμα βρίσκει πάντα αντί για ολοκληρωμένες αισθήσεις τ' απομεινάρια τους .Μια έλλειψη .Έναν σκελετό. Και το χειρότερο όλων είναι πώς αυτή η παράσταση επαναλαμβάνεται πάντα με κάθε νέα αναλαμπή της επιθυμίας .
Κώστας Τσιαχρής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου