Οτιδήποτε ήταν περιττό
στην πορεία ξέφτισε
Έμεινε απλώς η θύμησή του
μια ανεξήγητη ροπή
Σαν την πόλη που γυρνάει πλευρό
μες στα μεσάνυχτα
και χύνεται τσιμέντο στ' άστρα
Εδώ είναι η συνοικία των ανθρώπων
που λησμόνησαν τον άνθρωπο
Το μεταλλείο που έσφιξε στον κόρφο
τα μαλάματά του
και μαράθηκαν τα μπράτσα κι οι λαιμοί
των γυναικών
Ο βαθύς λόγος που στάζει πάνω στα ποιήματα
και τα πορώνει
Όταν βγαίνει το προσωπείο
δεν υπάρχει καν πρόσωπο
Όλα κρίνουν και τίποτε δεν κρίνεται
Και κάποιοι σήκωσαν τον έρωτα
σα χάντρα στο λαιμό
Ματιάστηκαν
και τριγυρνάνε όλη μέρα
μ'έναν πονοκέφαλο στη μνήμη
Και τι' ναι αυτό που βγάζει τους κήπους
απ' τα στήθη των ανθρώπων;
Τι λιπαίνει το χώμα το αγιάζει
του αντιγράφει σπόρους απ' το μέλλον;
Ίσως η στέρηση αυτή
δε θα' πρεπε ν' αγγίζει
Ίσως από τα περιττά
να βγαίνει ουσία
Προπάντων ίσως φάνηκε
το πώς στραβώνει ο χρόνος
την αλήθεια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου