Τα ξημερώματα όταν σχολάω απ'το μαρτύριο της γραφής
Νυχτερινός εργάτης με τα δάχτυλα μουντζουρωμένα
Με τον ήχο ακόμη ανυπόφορο
που αφήνουν τα μολύβια
Έχω ήδη σκοτωμένο μέσα μου το πτώμα μιας ακόμη ημέρας
Είμαι μέτοικος στην ξενιτιά που διάλεξε η σκέψη να τραβήξει
Και το μόνο ενθύμιο καταγωγής η μόνη ανάμνηση πατρίδας
Είναι λίγες ξέθωρες φωτογραφίες μιας ηλικίας
που δεν κουβάλαγε πολλούς σταυρούς
Που έμπαινε στις σκέψεις κτήνος κι έβγαινε
με ματωμένα χέρια
Αλλά τώρα τι να πεις , μονάχα μόχθος
Εμμονή να βγαίνει το ψωμί μου απ’ το μαχαίρι
Κάθε πεταμένη λέξη ένα σφαγμένο βρέφος
Κάθε παραπάνω λέξη ένας μικρός σφαγέας
Ξὀδεμα και πάλι ξόδεμα χωρίς ανταμοιβή
Πέρα νυχτωμένος από αληθινά σκοτάδια
Ξέρω μόνο να σχολάω
Να σχολάω απ’ το μαρτύριο της γραφής
Μόνη ανάπαυση οι τύψεις
των σβησμένων στίχων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου