Οἳ κ]αί Δαρδανίδα Πριάμοιο μέγ’
ἂστυ περικλεές ὂλβιον
ήνάρον Ἂργοθεν όρνύμενοι
Ζη]νὸς μεγάλοιο βουλαῖς
ξα]νθᾶς Ἑλένας περὶ εἴδει
δῆ]ριν πολύυμνον ἔχ[ο]ντες
πό]λεμον κατὰ δακρ[υό]εντα,
Πέρ]γαμον δ᾽ ἀνέ[β]α ταλαπείριο[ν ἄ]τα
χρυ]σοέθειραν δ[ι]ὰ Κύπριδα.
νῦ]ν δέ μοι οὔτε ξειναπάταν Π[άρι]ν
ἔστ’] ἐπιθύμιον οὔτε τανί[σφ]υρ[ον
ὑμ]νῆν Κασσάνδραν
Πρι]άμοιό τε παίδας ἄλλου[ς
Τρο]ίας θ᾽ ὑψιπύλοιο ἁλώσι[μο]ν
ἆμ]αρ ἀνώνυμον· οὐδ’ ἐπ̣[ανέρχομαι
ἡρ]ώων ἀρετὰν
17ὑπ]εράφανον οὕς τε κοίλα[ι
νᾶες] πολυγόμφοι ἐλεύσα[ν
Τροί]αι κακόν, ἥρωας ἐσ̣θ̣[λούς·
τῶν] μὲν κρείων Ἀγαμέ[μνων
ἆ]ρχε Πλεισθ[ενί]δας βασιλ[εὺ]ς ἀγὸς ἀνδρῶν
Ἀτρέος ἐσ[θλοῦ] πάις ἐκ π̣[ατρό]ς·
καὶ τὰ μὲ[ν ἂν] Μοίσαι σεσοφ[ισμ]έναι
εὖ Ἑλικωνίδ[ες] ἐμβαίεν λόγ̣[ωι·
θνατὸς δ᾽ οὔ κ[ε]ν ἀνὴρ
διερὸ[ς] τὰ ἕκαστα εἴποι
ναῶν ὅ[σσος ἀρι]θμός ἀπ᾽ Αὐλίδος
Αἰγαῖον δ[ιὰ πό]ντον ἀπ᾽ Ἄργεος
ἠλύθο̣[ν ἐς Τροία]ν
ἱπποτρόφο[ν. ἐν δ]ὲ φώτες
χ]αλκάσπ[ιδες υἷ]ες Ἀχα[ι]ῶν
τ]ῶν μὲν πρ[οφ]ερέστατος α[ἰ]χμᾶι
ἷξε]ν πόδ[ας ὠ]κὺς Ἀχιλλεὺς
καὶ μέ]γας Τ[ελαμ]ώνιος ἄλκι[μος Αἴας
. . . . . .]. ατ[. . . . . . .]γ̣υρος.
.. . . . . . . κάλλι]στος ἀπ᾽ Ἄργεος
. . . . . . . Κυάνι]ππ[ο]ς ἐς Ἴλιον
. . . . . . . . . . . . . . . .]
. . . . . . . . . . . . . . .]. [.].
.. . . . . . . . . . . . . . .]και Ζεύξιππος ὃν ά χρυσεόστροφ[ος
Ὕλλις ἐγήνατο, τῶι δ᾽ [ἄ]ρα Τρωίλον
ὡσεὶ χρυσὸν ὀρει-
χάλκωι τρὶς ἄπεφθο[ν] ἤδη
Τρῶες Δ[α]ναοί τ᾽ ἐρό[ε]σσαν
μορφὰν μάλ᾽ ἐίσκον ὅμοιον.
τοῖς μὲν πέδα κάλλεος αἰὲν
καὶ σύ, Πολύκρατες, κλέος ἄφθιτον ἑξεῖς
ὡς κατ᾽ ἀοιδὰν καὶ ἐμὸν κλέος.
……………………………………………………………………………….
Αυτοί του Δαρδανίδη Πρίαμου
την ξακουστή την πόλη
τη μακάρια και τρανή
λεηλάτησαν ορμώντας απ΄το Άργος
Έτσι ήταν η βουλή του Δία του παντοδύναμου
Και σήκωσαν πολυτραγουδισμένη αμάχη
για την ομορφιά της ξανθωπής Ελένης
πόλεμο πολυδάκρυτο
κι η συμφορά καβάλησε τη ρημαγμένη Πέργαμο
έργο της ξανθομάλλας Αφροδίτης
Μα τώρα ούτε τον Πάρη
που τους όρκους της φιλοξενίας πάτησε
ούτε τη λεπταστράγαλη Κασάνδρα
να υμνήσω πια ποθώ
ούτε και τα υπόλοιπα βλαστάρια του Πριάμου
Μήτε την αποφράδα μέρα που κουρσεύτηκαν
της Τροίας τα κάστρα τα ψηλά
Κι ούτε ξανάρχομαι στην υπερήφανη αρετή
γενναίων ηρώων που τους έφεραν
τα βαθουλά και καλοκάρφωτα καράβια ,
συμφορά της Τροίας
Τούτους
τους κυβερνούσε ο Αγαμέμνονας
το γένος του Πλεισθένη,
Βασιλογιός από πατέρα ευγενικό
τον δυνατό Ατρέα .
Αυτά μονάχα του Ελικώνα οι Μούσες
που τα μελέτησαν από παλιά καλά
μέσα σε λόγια θα μπορούσαν να περάσουν
Κανείς θνητός
δε θα μπορούσε να τα μολογήσει ένα ένα
Πόσα καράβια Αργίτικα έφτασαν
στο αλογοτρόφο Ίλιο
απ’την Αυλίδα σκίζοντας το πέλαγο του Αιγέα
Άντρες με ασπίδες χάλκινες
των Αχαιών οι γόνοι
στο Ίλιο πάτησαν το πόδι τους
κι απ’ολους πρώτος στο κοντάρι
ο γοργοπόδης Αχιλλέας κι ο μέγας γιος του Τελαμώνα
ο αντρειωμένος Αίας
[…]
Και του Άργους ο ομορφότερος ο Κυάνιππος
κι ο Ζεύξιππος που η Ύλλιδα
με τα χρυσά φορέματα τον γέννησε
Κι αυτού την ομορφιά οι Τρώες κι οι Δαναοί
τη σύγκριναν μ’ εκείνη του Τρωίλου ,
όπως συγκρίνουν τον ορείχαλκο
με πεντακάθαρο χρυσάφι
Όμοια σε εσύ με τούτους, Πολυκράτη
δόξα παντοτινή θα λάβεις για την ομορφιά σου ,
όπως κι εγώ για τούτο το τραγούδι
Απόδοση :Κώστας Τσιαχρής
…………………………………………………………………………………
ὂρνυμαι=ορμώ, εξορμώ
έναίρω=φθείρω, καταστρέφω
δῆρις=αγώνας, συμπλοκή
ταλαπείριος =ταλαίπωρος
χρυσοέθειρ= ο χρυσομάλλης
ἂτα=ἂτη
ξειναπάτης=αυτός που καταπατά τους νόμους
της φιλοξενίας
τανίσφυρος=που έχει λεπτούς αστραγάλους
ὑψίπυλος=που έχει ψηλές πύλες
άνώνυμος=απερίγραπτος
πολύγομφος=καλοκαρφωμένος
κρείων=κυβερνήτης, άρχοντας, δεσπότης
Μοῖσαι=οι Μούσες
σοφίζομαι=μελετώ
διερός=ζωηρός, ακμαίος, ζωντανός
αίχμή=το δόρυ , ο πόλεμος
ἂπεφθος=καθαρός
ἐρόεις=θελκτικός, χαριτωμένος
ἐίσκω=παρομοιάζω
πεδά =μαζί
Λίγα λόγια για το ποίημα
Ο «Ύμνος στον Πολυκράτη» του Ίβυκου είναι ένα ποίημα, το οποίο δε σώθηκε στην ακέραια μορφή του, παρά μόνο αποσπασματικά. Σύμφωνα με το λεξικό της Σούδας, το πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται ο Ίβυκος είναι ο τύραννος της Σάμου, Πολυκράτης, ο οποίος κυβέρνησε το νησί από το 538 μέχρι το 522 π.Χ. Ωστόσο, η νεότερη φιλολογική έρευνα αμφισβητεί την ταυτότητα του προσώπου στο οποίο αφιερώνεται το ποίημα, βασιζόμενη σε ορισμένα αξιόλογα επιχειρήματα, εκ των οποίων τα δύο ισχυρότερα είναι τα ακόλουθα: 1. Ο Ίβυκος καταγόταν από το Ρήγιο της Κάτω Ιταλίας και επισκέφθηκε τη Σάμο από το 564 μέχρι το 560 π.Χ. , όταν ο Πολυκράτης δεν ήταν τύραννος. 2. Η σύγκριση ενός ηλικιωμένου ατόμου, όπως ο Πολυκράτης της Σάμου, με νεανικές μορφές, οι οποίες συμμετείχαν στον πόλεμο της Τροίας, φαίνεται αφύσικη. Πιο συνηθισμένη νόρμα ήταν εξύμνηση νεαρών ατόμων με αναφορά σε άνδρες της ίδιας ηλικίας. Συνεπώς, είναι πολύ πιθανό ο Πολυκράτης του ποιήματος να μην είναι ο τύραννος της Σάμου, αλλά κάποιο άλλο πρόσωπο, στο οποίο αφιερώνει το ποίημα του ο Ίβυκος.
Κ.Τσιαχρής