Ό,τι στεκόταν χαμηλότερα
αφήνει τώρα διάπλατα
την απειλή του
πάνω στο λάθος μιας αδυναμίας
άγνωστο γεράκι
κατεβαίνει με τα νύχια του
σχεδόν χειρουργικά
σε στόχο που τον εγκατέλειψαν
οι μαχητές του
σε ανοχύρωτη πληγή
σε ερημία δίχως τέλος
κι είναι τόσο κρύο το δωμάτιο
που κοκκαλώνει
το ρολόι
κι ακούγεται μακρόσυρτα
ένα νταν
σα θρήνος μέσα σε χαμόγελο
Από τη μια γωνιά ως την άλλη
καταδικασμένος
σπάω πέτρα
με σφυρί στα χέρια
θρυμματίζω τοίχους
κι απ' τα θρύμματα
κατρακυλούν στο πάτωμα
-τι σκευωρία -
μόνο οι σοβάδες
* Ψαλμοί 5.2
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου