Εγώ πιο πολύ
τα αδέσποτα αγάπησα
ακόμα κι αν μοιάζαν δεσποζόμενα
τα περιφερόμενα ζώα
τα χρησιμοποιούμενα παιδιά
τα καταρρέοντα κτήρια
τις βιασμένες παραλίες
τους κακοποιημένους πεζόδρομους
τους αγωνιώντες να βρεθούν ανθρώπους
από τον ίδιο τους τον εαυτό
Τα αδέσποτα αγάπησα
Τα διακινδυνεύοντα αδέσποτα
Μπορεί κι εμένα
.................................................
Μια διαδρομή από το "εγώ" στο "εμένα". Από το υποκείμενο στη θέση του αντικειμένου. Η τελική επιλογή ως ενδεχόμενο. Ανάμεσα στις άλλες επιλογές που αραδιάζονται ως βεβαιότητες. Γιατί ασφαλώς είναι μεγάλος ο δρόμος ως την αληθινή αγάπη του "εμένα". Στο ενδιάμεσο αγαπά κανείς κι επιλέγει αυτά που μπορεί να βαδίσει πλάι τους, χωρίς να αισθάνεται παράταιρος. Ακόμη κι αν αυτά τα ίδια είναι παράταιρα. Πόσο μάλλον ένας ποιητής ή μια ποιήτρια. Που ξέρουν καλά ότι από τη φύση τους είναι αδέσποτα πλάσματα. Παντοτινά ανέστια. Και που βλέπουν σε κάθε αντίστοιχο ον μια αντανάκλαση του εαυτού τους. Τον πυρήνα της οντότητάς τους. Αυτόν τον άγριο ,ξεμαλλιασμένο εαυτό, με τα μπαλώματα και τα μπογαλάκια του στον ώμο. Και γι'αυτό ,όπως υποψιάζομαι, αυτό το "εμένα" εκεί στο τέλος του ποιήματος δεν είναι τίποτε άλλο από το πιο "επικίνδυνο" αδέσποτο. Γιατί ενώ όλα τα άλλα τα παρατηρεί το υποκείμενο από μια βολική απόσταση , αυτό το αδέσποτο τριγυρνάει άτσαλα μέσα του και γκρεμίζει ό,τι στέριο βρεθεί μπροστά του
Κώστας Τσιαχρής