Ανάμεσά μας κάθεται ο
προδότης
Παραδούς αἷμα ἀθῶον
Το πουγκί του κάθεται
ανοιχτό
φωνάζουν από μέσα
εικοσιεννέα αργύρια
(το τριακοστό από
την ταμειακή του μπάρμαν )
Και πίνει συνεχώς
για να ξεχάσει
Την εικόνα της θηλιάς
πάνω στο δέντρο
Το φιλί στον άμωμο
εαυτό του
Τα ρέστα που έδωσε
για φιλοδώρημα στον μπάρμαν
Που -έτσι νόμισε για μια στιγμή
-
ετοίμαζε το δάχτυλο
να δείξει : Εσύ!
-Αλλά Eσύ από
που μας ήρθες ,φίλε
;
-Από τις
Θερμοπύλες
-Μάθαμε . 'Eγινε μεγάλος
χαλασμός εκεί
Βαδίζουν τώρα προς τα κάτω
-Ήμουνα εκτός τειχών
όταν σταυρώθηκε ο
ραββί
εκτελώντας εντολές
Τοις κείνου ρήμασι
…. Δεν πρόσεξα
- Άτιμο σινάφι οι προδότες
- Άτιμο σινάφι
οι εσταυρωμένοι
Εὐκοπώτερον
από τις τρύπες στις
παλάμες τους
περνάει κάμηλος ο
φθόνος
όλων των αιώνων
Εὐκοπώτερον
Για την αμίμητη
ερμηνεία τους
στον ρόλο θύματος της προδοσίας
Εὐκοπώτερον
Κι από τις τρύπες για τα μάτια
στην κουκούλα